Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ζυγίζει έναν από τους πιο σημαντικούς διορισμούς του: Ποιος θα πρέπει να ηγηθεί της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ μετά τη λήξη της θητείας της κας Τζάνετ Γέλεν τον Φεβρουάριο;
Η επιλογή εξαρτάται από το αν ο πρόεδρος επιθυμεί ευρεία συνέχεια στον τρόπο με τον οποίο η Fed κάνει τη δουλειά της – ή μια μεγάλη αλλαγή, και την επακόλουθη αβεβαιότητα.
Η οικονομία των ΗΠΑ έχει πάει καλά μετά την κρίση. Η σταδιακή ανάκαμψη συνεχίζεται, η οικονομία επιστρέφει σε πλήρη απασχόληση και ο πληθωρισμός είναι χαμηλός. Κανένα από αυτά δεν μπορούσε να θεωρηθεί δεδομένο το 2008, και η Fed αξίζει μεγάλο μέρος των ευσήμων. Η επιχειρηματολογία υπέρ της συνέχειας στην κεντρική τράπεζα είναι ισχυρή – και ο καλύτερος υποψήφιος για συνέχεια είναι η Γέλεν. Ο Τραμπ θα πρέπει να την διορίσει για μια νέα θητεία.
Βεβαίως, οι αποφάσεις της Fed δεν έχουν υπάρξει πέραν αμφισβήτησης. Υπάρχει μια συζήτηση για την καλύτερη πορεία των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων και για την παρατεταμένη εξάρτηση της Fed από το ανορθόδοξο πρόγραμμα της αγοράς ομολόγων, ή ποσοτική χαλάρωση. Ακόμα και τώρα, αυτά τα ζητήματα απέχουν πολύ από το να λυθούν. Παρόλα αυτά, η κεντρική τράπεζα παρείχε ισχυρό οικονομικό κίνητρο όταν χρειαζόταν, και για μεγάλο μέρος του χρόνου έπρεπε να επωμιστεί αυτό το βάρος μόνη της, διότι η δημοσιονομική πολιτική των ΗΠΑ ήταν κακή.
Η Γέλεν και ο προκάτοχός της Μπεν Μπερνάνκι δημιούργησαν ευρεία συναίνεση στο εντός της Fed για τη στήριξη ριζοσπαστικών μέτρων και αυτή η συναίνεση συνέβαλε στην αποκατάσταση της ηρεμίας και της εμπιστοσύνης στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στην ευρύτερη οικονομία. Θα ήταν απερίσκεπτο να πετάξουμε αυτά τα κέρδη στην άκρη.
Η Γέλεν δεν είναι ο μόνη υποψήφια που μπορεί να προσφέρει συνέχεια. Ο Τζερόμ Πάουελ, σημερινός κυβερνήτης της Fed και πρώην αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών, υπήρξε στενός σύμμαχος της νομισματικής πολιτικής και δεν θα προκαλούσε κανένα άγχος σε αυτόν τον τομέα. (Αναμένεται να υιοθετήσει πιο ήπια γραμμή για τις χρηματοπιστωτικές ρυθμίσεις). Όμως δυο άλλοι υποψήφιοι που λέγεται ότι λαμβάνονται υπόψη – ο Τζον Τέιλορ του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ και ο Κέβιν Γουάρς, πρώην κυβερνήτης της Fed και εκτελεστικό στέλεχος της Morgan Stanley – είναι για καιρό επικριτές του τρόπου σκέψης της Fed σχετικά με τη νομισματική πολιτική.
Ο Τέιλορ υποστηρίζει μια προσέγγιση που βασίζεται περισσότερο στους κανόνες για τον καθορισμό των επιτοκίων. (Σύμφωνα με τον ομώνυμο κανόνα Τέιλορ, οι ΗΠΑ θα είχαν σημαντικά υψηλότερα επιτόκια αυτή τη στιγμή.) Ο Γουόρς επικρίνει τη Fed επειδή προσπάθησε να κάνει πάρα πολλά, ισχυριζόμενος ότι πρέπει να παραμείνει στον έλεγχο του πληθωρισμού και να αφήσει άλλους κλάδους κυβέρνησης να παίξουν τον δικό τους ρόλο.
Και τα δύο αυτά επιχειρήματα αξίζουν να ακουστούν όταν η Fed κρίνει πολιτική. Η νομισματική πολιτική δεν είναι σκληρή επιστήμη, και τελικά οι διαφωνίες με την παρούσα προσέγγιση μπορεί να αποδειχθούν σωστές. Υπάρχει όμως ένας μεγάλος κίνδυνος με τον διορισμό ενός προέδρου της Fed του οποίου οι απόψεις είναι τόσο μακριά από την επικρατούσα συναίνεση. Οι επενδυτές θα ρωτήσουν πώς θα επιλυθεί αυτή η διαφωνία – και πόσο απότομα, αν όχι καθόλου, θα μπορούσε να αλλάξει η πολιτική ως αποτέλεσμα.
Προς το παρόν δεν απαιτείται μια απότομη αλλαγή στην πολιτική. Η ταχύτερη πρόοδος όσον αφορά την εξομάλυνση των επιτοκίων και τη μείωση του διορθωμένου ισολογισμού της Fed θα ήταν καλή, αλλά δεν πρόκειται να απαιτηθεί μια θεμελιώδης επανεξέταση. Ένας διορισμός που θα αυξήσει την πιθανότητα μιας τέτοιας αλλαγής θα ήταν ένας άσκοπος κίνδυνος. Η καλύτερη και ασφαλέστερη επιλογή είναι η Γέλεν.