Προφανώς, ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εξακολουθεί να “ζυγίζει” την ιδέα της επιβολής αυστηρών δασμών στα αυτοκίνητα και τα ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Σε έναν Λευκό Οίκο γεμάτο με κακές οικονομικές ιδέες, αυτή θα ήταν η χειρότερη μέχρι στιγμής.
Τον περασμένο μήνα, το υπουργείο Εμπορίου ολοκλήρωσε μια εμπιστευτική έκθεση σχετικά με τις επιπτώσεις των εισαγωγών αυτοκινήτων στην εθνική ασφάλεια. Εάν η έρευνα αποκάλυψε μια απειλή οποιουδήποτε είδους, πραγματικού ή φανταστικού, ο πρόεδρος θα είχε μεγάλη ελευθερία στο πλαίσιο του νόμου να περιορίσει τις εισαγωγές ως μία απάντηση σε αυτό το ζήτημα. Ο Τραμπ έχει μιλήσει για την επιβολή δασμών 25% για να ωθήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε εμπορικές παραχωρήσεις. Η Ευρώπη πρέπει να “παίξει μπάλα”, είπε, ή “θα σας ταράξουμε στους δασμούς”.
Αυτό θα ήταν τόσο ανόητο όσο ακούγεται. Ένας δασμός αυτού του μεγέθους θα αντιστοιχούσε σε αύξηση φόρου ύψους περίπου 80 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην οικονομία των ΗΠΑ. Θα αύξανε σημαντικά τις τιμές, θα μείωνε την ανάπτυξη, θα παρεμπόδιζε τις επενδύσεις, θα κόστιζε αμερικανικές θέσεις εργασίας, θα εξαγρίωνε τους συμμάχους, θα προκαλούσε επώδυνα αντίποινα και θα υπέσκαπτε το σύστημα του παγκόσμιου εμπορίου. Με λίγα λόγια, θα μπορούσε να μειώσει το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν των ΗΠΑ κατά 62 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η αυτοκινητοβιομηχανία των ΗΠΑ έχει ενώσει τις φωνές της ενάντια στην ιδέα, διότι κάτι τέτοιο θα έβλαπτε την ίδια τη βιομηχανία που θα έπρεπε να προστατεύει. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες της Αμερικής βασίζονται στα εισαγόμενα εξαρτήματα που δεν παράγονται ή δεν διατίθενται εύκολα στην εγχώρια αγορά. Εάν επιβληθεί δασμός 25%, το κόστος θα αυξηθεί και οι πωλήσεις θα μειωθούν ίσως κατά 2 εκατομμύρια αυτοκίνητα ετησίως. Σύμφωνα με μια ανάλυση, η παραγωγή του κλάδου θα μπορούσε να μειωθεί κατά 1,5% και θα κινδύνευαν 195.000 θέσεις απασχόλησης στις ΗΠΑ. Τα αντίποινα από τους εμπορικούς εταίρους μπορεί να τριπλασιάσουν τη ζημιά αυτή. Οι καταναλωτές επίσης θα αισθανθούν το πλήγμα. Κατά μέσο όρο, η τιμή των εισαγόμενων αυτοκινήτων θα μπορούσε να αυξηθεί κατά σχεδόν 6.000 δολάρια και τα εγχώρια αυτοκίνητα θα μπορούσαν να ακριβύνουν κατά 2.000 δολάρια.
Η προσεκτική στόχευση τυχόν νέων δασμών θα μπορούσε να μειώσει κάπως το κόστος, αλλά ακόμα και σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει αμφιβολία για το συνολικό αποτέλεσμα. Η πρόσφατη ιστορία προσφέρει πολλά παραδείγματα: Τόσο οι δασμοί στον χάλυβα από τον Τζορτζ Μπους όσο και οι δασμοί στα ελαστικά από τον Μπαράκ Ομπάμα βοήθησαν τις βιομηχανίες που στόχευαν μόνο σε μέτριο βαθμό, ενώ παράλληλα προκάλεσαν σημαντικές ζημίες στην ευρύτερη οικονομία.
Αυτοί οι τελευταίοι δασμοί θα αύξαναν επίσης αναμφίβολα τον ανταγωνισμό με τους συμμάχους της Αμερικής. Οι εξαγωγές αυτοκινήτων της Γερμανίας θα μειώνονταν κατά 7,7%, σύμφωνα με μία μελέτη, σε μια εποχή που η οικονομία της ήδη παρουσιάζει προβλήματα. Τα αντίποινα της ΕΕ θα αποβούν εις βάρος των Αμερικανών αγροτών και κατασκευαστών. “Μπορούμε κι εμείς να συμπεριφερθούμε ανόητα”, δήλωσε εύστοχα ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ίσως η χειρότερη πτυχή του ζητήματος – που λέει πολλά – είναι ότι το σκεπτικό του είναι απίστευτα λάθος. Ο ισχυρισμός ότι τα εισαγόμενα αυτοκίνητα και ανταλλακτικά αποτελούν απειλή για την εθνική ασφάλεια είναι παράλογη. (Πάνω από τα μισά αυτοκίνητα που πωλούνται στις ΗΠΑ πέρυσι εισήχθησαν. Από αυτά το 98% προέρχονταν από στενούς συμμάχους. Πολλές από τις εταιρείες που θα επηρεάζονταν περισσότερο συναρμολογούν τα αυτοκίνητά τους σε αμερικανικά εργοστάσια.) Οι δασμοί στον χάλυβα και το αλουμίνιο του Τραμπ επιβλήθηκαν στην ίδια απαράδεκτη βάση. Αυτή η προσέγγιση επιτρέπει σε όλες τις κυβερνήσεις να δηλώνουν δικές τους έκτακτες καταστάσεις ανάγκης. Αντιπροσωπεύει μια θνητή απειλή για το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα που έχει ωφελήσει τις ΗΠΑ εδώ και δεκαετίες.
“Τυχαίνει να μου αρέσουν οι δασμοί”, δήλωσε πρόσφατα ο Τραμπ, λες και αυτό είναι το μόνο που πρέπει να γνωρίζουμε. Στην πραγματικότητα, κατά κάποιο τρόπο, είναι. Το να αφήσουμε την εμπορική πολιτική σε αυτή την κυβέρνηση είναι στρατηγικά απερίσκεπτο και οικονομικά καταστροφικό. Το Κογκρέσο θα πρέπει να επαναβεβαιώσει τη συνταγματική του εξουσία σχετικά με τους δασμούς, να ζητήσει την αναθεώρηση του τι χαρακτηρίζουμε ως ζήτημα εθνικής ασφάλειας και να θέσει τέλος σε αυτές τις ανοησίες.