Οι κεντρικές τράπεζες διεθνώς άντλησαν ποσότητα – ρεκόρ του κινεζικού νομίσματος γουάν μέσω των γραμμών συναλλαγματικών swap το α’ τρίμηνο του 2023.
Το υπόλοιπο του συνόλου των διεθνών συναλλαγματικών swap έφτασε τα 109 δισ. γουάν (15,6 δισ. δολ.) στα τέλη Μαρτίου, σύμφωνα με στοιχεία της κεντρικής Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας (PBOC) τη Δευτέρα. Πρόκειται για επίπεδο περί τα 20 δισ. γουάν υψηλότερο σε σχέση με τα τέλη Δεκεμβρίου 2022, δηλαδή για τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση η οποία έχει καταγραφεί ιστορικά. Η PBOC δεν αποκάλυψε ποιες χώρες έχουν χρησιμοποιήσει τον μηχανισμό.
Το άλμα έρχεται καθώς περισσότερες χώρες επιλέγουν να διεξάγουν το εμπόριό τους με την Κίνα στα εθνικά τους νομίσματα, σε μια προσπάθεια μείωσης της εξάρτησής τους από το δολάριο των ΗΠΑ, ενώ άλλες χώρες αναζητούν βοήθεια προκειμένου να αντιμετωπίσουν χρηματοοικονομικές δυσκολίες.
Η Αργεντινή ανακοίνωσε τον Απρίλιο ότι θα αντλούσε πόρους από τις γραμμές swap προκειμένου να χρηματοδοτήσει εισαγωγές από την Κίνα, μετά από ένα sell-off στο αργεντινικό πέσο. Η Βραζιλία συμφώνησε επίσης να διεξάγει μέρος του εμπορίου της σε εθνικά νομίσματα και έλαβε μέτρα για διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών με την Κίνα σε γουάν.
“Είναι πιθανό η PBOC να προσφέρει ρευστότητα μέσω των γραμμών swap προκειμένου να παγιώσει τη διεθνοποίηση του γουάν”, σημειώνει ο Tommy Xie, επικεφαλής έρευνας Ευρύτερης Κίνας στην Overseas Chinese Banking.
Τα συναλλαγματικά swap ή τα διασυνοριακά δάνεια είναι ενίοτε εκ των λίγων επιλογών για τους εμπορικούς εταίρους της Κίνας οι οποίοι θέλουν να αντλήσουν γουάν, με δεδομένα ότι “τρέχουν” εμπορικά ελλείμματα έναντι της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο.
Ενώ η Κίνα ελέγχει με “σιδερένιο” χέρι τις διασυνοριακές ροές κεφαλαίων, γεγονός που στερεί παγκόσμιο στάτους από το γουάν, οι κυρώσεις των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας και άλλων χωρών ευνοούν την υιοθέτηση του κινεζικού νομίσματος ως εναλλακτικής για τις διεθνείς συναλλαγές.
Τα συναλλαγματικά swap αποτελούν συμφωνίες μεταξύ κεντρικών τραπεζών, με βάση τις οποίες εκείνες δανείζουν και δανείζονται η μία σε νόμισμα της άλλης σε προσυμφωνημένη ημερομηνία, με τη δέσμευση επιστροφής με ένα καθορισμένο επιτόκιο.