Image default
ΚΟΣΜΟΣ

Ίδιοι μονομάχοι, οριακοί συσχετισμοί στις εκλογές των ΗΠΑ

Του Κώστα Ράπτη

Ο δρόμος είναι πλέον ανοικτός και για τους δύο –χωρίς εσωκομματικούς ανταγωνιστές. Ο Τζο Μπάιντεν και ο Ντόναλντ Τραμπ έχουν πλέον εξασφαλίσει τον αριθμό εκλεκτόρων που προδικάζει την επικράτησή τους το καλοκαίρι στα συνέδρια των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών, όπου θα δοθεί επίσημα το κομματικό χρίσμα για τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές. Στις 5 Νοεμβρίου θα δώσει ραντεβού στις κάλπες το ίδιο ζεύγος μονομάχων, το οποίο αναμετρήθηκε το 2020. Παρόμοιο replay δεν έχει ξαναζήσει η αμερικανική πολιτική ζωή εδώ και επτά δεκαετίες. 

Όπως δεν έχει ξαναζήσει, άλλωστε, εκλογική αναμέτρηση με τόσο γηραιούς υποψηφίους. Στα 81 χρόνια του, ο Τζο Μπάιντεν σπάει το προηγούμενο ρεκόρ που κατείχε… ο Τζο Μπάιντεν του 2020, παρά τον προβληματισμό για την ευρωστία του που γεννούν οι αλλεπάλληλες γκάφες του ως ενοίκου του Λευκού Οίκου. 

Μόλις τέσσερα χρόνια νεότερος, ο Ντόναλντ Τραμπ, από την άλλη, αποτελεί φαινόμενο ζωτικότητας, όχι βιολογικής (η μνήμη του έχει αρχίσει και αυτόν να τον προδίδει) όσο πολιτικής: το γεγονός ότι παρά την προ τετραετίας ήττα του και παρά τις δικαστικές του περιπέτειες, βρίσκεται πάλι στο σημείο λίγο πριν κατακτήσει την εξουσία, αντί να αποτελεί συνταξιούχο της δημόσιας ζωής, μαρτυρεί όχι μόνο το δικό του πείσμα, αλλά και την αφοσίωση που εμπνέει στο ιδιαίτερο εκλογικό κοινό του, εφάμιλλη της δαιμονοποίησής του από το άλλο μισό της Αμερικής. Σε κάθε περίπτωση, το ρεπουμπλικανικό κόμμα έχει μεταμορφωθεί και η άλωση από τον “τραμπισμό”, την οποία πολύ θα ήθελε να ανακόψει το παραδοσιακό κατεστημένο, έχει αδιαμφισβήτητα συντελεσθεί.

Αμφότεροι αντιδημοφιλείς

Για δημοτικότητα, ας μην γίνεται λόγος. Και οι δύο προεδρικοί υποψήφιοι κινούνται σε πολύ χαμηλά ποσοστά και η επιλογή των ψηφοφόρων τον Νοέμβριο θα αποτελέσει, στην πραγματικότητα, δημοψήφισμα για το ποιον αντιπαθούν περισσότερο. Δείγμα και αυτό μιας Αμερικής βαθύτατα διαιρεμένης, όχι μόνο πολιτικά αλλά και πολιτιστικά. 

Διαιρεμένης μάλιστα ακριβώς στη μέση. Σύμφωνα με νέα εβδομαδιαία δημοσκόπηση της Reuters/Ipsos, που ολοκληρώθηκε την Τετάρτη, το 39% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων δήλωσε ότι θα ψήφιζε τον Μπάιντεν, ενώ το 38% επέλεξε τον Τραμπ. Το προβάδισμα του Μπάιντεν είναι εντός του περιθωρίου σφάλματος της δημοσκόπησης (1,8 ποσοστιαία μονάδα).

Πολλοί ψηφοφόροι παραμένουν αναποφάσιστοι, με το 11% να υποστηρίζει ότι θα ψηφίσει άλλους υποψηφίους (κυρίως τον Ρόμπερτ Φ. Κένεντι τζούνιορ), το 5% ότι δεν θα προσέλθει στις κάλπες και το 7% να δηλώνει ότι δεν γνωρίζει τι θα ψηφίσει ή να αρνείται να δώσει συγκεκριμένη απάντηση. Ο συσχετισμός βελτιώνεται υπέρ του Μπάιντεν (50% έναντι 48%), όταν από το ερωτηματολόγιο απομακρύνονται τρίτες επιλογές.

Ωστόσο, ο Τραμπ εμφανίζει προβάδισμα στις επτά αμφίρροπες πολιτείες που έκριναν το αποτέλεσμα το 2020 και στις οποίες προηγείται του Μπάιντεν με 40% έναντι 37% μεταξύ των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. 

Εσωτερικά επίδικα

Ως προς τα επίδικα αντικείμενα της προεκλογικής μάχης (η οποία αναμένεται να κοστίσει ποσό ρεκόρ 10 δισ. δολαρίων) ο Μπάιντεν επιμένει να τονίζει ότι ο αντίπαλός του “είναι αποφασισμένος να καταστρέψει” την αμερικανική δημοκρατία και να προειδοποιεί ότι μια δεύτερη θητεία του Τραμπ στην προεδρία θα φέρει στις ΗΠΑ “το χάος, τη διχόνοια και τον σκοταδισμό”. 

Από την άλλη, το Δημοκρατικό Κόμμα επενδύει πολιτικά στα πεπραγμένα της κυβέρνησης Τραμπ σε ό,τι αφορά την επιδότηση της βιομηχανικής πολιτικής και των υποδομών, καθώς και τη στήριξη των συνδικάτων. Ωστόσο, ο υψηλός πληθωρισμός ροκανίζει το όποιο απόθεμα δημοτικότητας διαθέτει ο νυν πρόεδρος. 

Ο Τραμπ, πάλι, όσον αφορά τη διεθνή οικονομία, εμφανίζεται σαν ταύρος εν υαλοπωλείω, προτείνοντας την οριζόντια καθιέρωση δασμών της τάξεως του 10%, προκειμένου να στηριχθεί η εγχώρια παραγωγή, με ένα νέο κύμα φοροαπαλλαγών να αντισταθμίζει το κόστος αυτής της κίνησης για τα νοικοκυριά. 

Όμως, από τα θέματα εσωτερικής πολιτικής, αυτό που κυρίως γαλβανίζει τα δύο στρατόπεδα είναι για μεν τους Ρεπουμπλικανούς η μεταναστευτική κρίση (την οποία κατέδειξε και η προσπάθεια του κυβερνήτη του Τέξας να σφραγίσει τα σύνορα, παρακούοντας την ομοσπονδιακή εξουσία), για δε τους Δημοκρατικούς τα έμφυλα ζητήματα, με κυρίαρχο το υπό αμφισβήτηση δικαίωμα στην άμβλωση. 

Βέβαια, ο Τραμπ στο παραδοσιακό του ρεπερτόριο έχει προσθέσει τους υψηλότερους τόνους αντιπαράθεσης προς το “πολιτικο-δικαστικό κατεστημένο”, που επιχειρεί να του κλείσει τον δρόμο με τέσσερις συνολικά διώξεις. Γι’ αυτό έχει ήδη δεσμευθεί να αφήσει ελεύθερους, αν εκλεγεί, τους υποστηρικτές του που φυλακίστηκαν για τη συμμετοχή τους στην επίθεση στο Καπιτώλιο τον Ιανουάριο του 2021. Μια πρόταση που προς το παρόν δεν φαίνεται να έχει μειώσει τη δημοτικότητά του.

Εμφανείς οι διαφορές στην εξωτερική πολιτική

Το πεδίο στο οποίο οι διαφορές των δύο μονομάχων εμφανίζονται εντονότερες είναι αυτό της εξωτερικής πολιτικής. 

Με την ώθηση του Τραμπ οι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου έχουν φρενάρει την αποστολή επιπλέον οικονομικής βοήθειας προς την Ουκρανία –ζήτημα το οποίο έχει μετακινηθεί από τη σφαίρα της αυτόματης διακομματικής συναίνεσης σε αυτό της σκληρής ενδοαμερικανικής πόλωσης. Μάλιστα, ο Τραμπ υποστηρίζει (λ.χ. κατά τη συνάντησή του με τον Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Όρμπαν στο Μαρ-α-Λάγκο της Φλόριντα) ότι έχει ετοιμάσει, ως ο πεπειραμένος deal maker που επαίρεται ότι είναι, επεξεργασμένο σχέδιο τερματισμού του πολέμου στην Ουκρανία “σε 24 ώρες” και συμβιβασμού με τη Ρωσία. Είναι προφανές ότι δεδομένης της εμμονής του με την Κίνα, το ανατολικοευρωπαϊκό μέτωπο φαντάζει περιττή πολυτέλεια. 

Την ίδια ώρα, καλλιεργεί την αμφισημία ως προς τον βαθμό δέσμευσής του στο ΝΑΤΟ, προκειμένου να στηρίξει τις πιέσεις προς τους (“τζαμπατζήδες”, κατά την προσφιλή του ρητορική) Ευρωπαίους συμμάχους να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες.

Όμως εκεί που ο Τραμπ αποκαλύπτεται πραγματικός ιέρακας είναι στο Μεσανατολικό, καθώς έπειτα από μήνες σιωπής προέτρεψε το Ισραήλ να “τελειώσει τη δουλειά” (finish the job). Την ίδια ώρα η κυβέρνηση Μπάιντεν βρίσκεται μπλεγμένη στο αξεδιάλυτο κουβάρι της προσπάθειας να εκμαιεύσει εκεχειρία στη Λωρίδα της Γάζας (χωρίς πάντως να κλείνει την εξοπλιστική στρόφιγγα προς το Ισραήλ) και συγκρούεται πλέον δημοσίως με τον Βενιαμίν Νετανιάχου, ενώ, από την άλλη, χάνει υποστήριξη από τα αριστερά του εκλογικού της ακροατηρίου και βλέπει 130.000 ψηφοφόρους του Μίσιγκαν (Αραβο-Αμερικανούς, αλλά όχι μόνο) να ρίχνουν λευκό ψηφοδέλτιο στις προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών στην πολιτεία, καταγγέλλοντας τη συνεχιζόμενη σφαγή. Από αυτή την άποψη, ο Τραμπ έχει το πλεονέκτημα να είναι απαλλαγμένος από αντιφάσεις, ακολουθώντας την αδιάλλακτα φιλο-ισραηλινή πολιτική της Χριστιανικής Δεξιάς και προβάλλοντας το δικό του “επίτευγμα” των Συμφωνιών του Αβραάμ, σε αντιπαράθεση προς την “ανεφάρμοστη” λύση των δύο κρατών στο Μεσανατολικό. 

Related posts

Πόλεμος Ισραήλ – Χαμάς: Ο εισαγγελέας του ΔΠΔ προειδοποιεί για “ποινικές ευθύνες” όταν παραβιάζονται δικαιώματα αμάχων

admin

Η κεφαλαιοποίηση της Gazprom υποχώρησε κάτω από της θυγατρικής Gazprom Neft

admin

Η κίνηση στη γέφυρα της Κριμαίας διακόπτεται, κατόπιν αποκαθίσταται

admin

Ηνωμένα Έθνη: “Χωρίς προηγούμενο” η καταπίεση στη Ρωσία

admin

Ρωσία: Συντριβή βομβαρδιστικού αεροσκάφους Su-24 στο Βόλγκογκραντ

admin

Αϊτή: Ο Καναδάς άρχισε να απομακρύνει εσπευσμένα υπηκόους του

admin

Ο Μπάιντεν μίλησε με συγγενείς Αμερικανών που κρατούνται όμηροι από τη Χαμάς

admin

Στην Ουκρανία ο επικεφαλής της διπλωματίας της Ουγγαρίας για να προετοιμάσει συνάντηση του Όρμπαν με τον Ζελένσκι

admin

Ουκρανία: Εννέα τραυματίες από πυρκαγιά σε αγωγό πετρελαίου στην Ναντβίρνα

admin