Ο Kit Juckes, αναλυτής νομισμάτων της Societe Generale, έγραψε αυτή την εβδομάδα ότι “η έλλειψη ασφαλών ομολόγων με θετική απόδοση εξακολουθεί να ωθεί τους επενδυτές να πληρώνουν υπερβολικά για ό,τι έχει απομείνει”. Δεν κάνουν κράτει.
Έχω γράψει στο παρελθόν για την προσφορά της Αυστρίας και τι έδειξε για την απόγνωση της αγοράς για αποδόσεις, αλλά η ιταλική πώληση είναι η άλλη πλευρά του ίδιου τρελού νομίσματος. Τα πράγματα έχουν ξεφύγει όταν οι επενδυτές της “ασφάλειας” αναγκάζονται να υπογράψουν για 98 χρόνια για να πάρουν πίσω 1,2% (επίπεδο παρόμοιο με τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης), ενώ όσοι έχουν όρεξη για λίγο μεγαλύτερο κίνδυνο πρέπει να καταπιούν 48 χρόνια ιταλικής πραγματικότητας για ένα όχι και τόσο συγκλονιστικό 2,85%. Πολλοί επενδυτές θα είναι νεκροί προτού ωριμάσει ο ιταλικός τίτλος. Σίγουρα θα έχουν αποβιώσει προτού ωριμάσει το αυστριακό ομόλογο.
Οι ομολογιούχοι ξεκάθαρα παίζουν ζάρια με τον κίνδυνο αναλαμβάνοντας ένα τόσο μακροπρόθεσμο ομόλογο μιας χώρας σαν την Ιταλία, της οποίας η λαϊκιστική κυβέρνηση εξακολουθεί να βρίσκεται σε διαμάχη με την Ευρωπαϊκή Ένωση για το δημοσιονομικό της έλλειμμα. Ας είναι. Και πάλι, υπήρξαν περισσότερα από 18 δισεκατομμύρια ευρώ παραγγελιών για την πώληση των 3 δισ. ευρώ. Αυτό συνέβη παρά το γεγονός ότι πρόσφερε μόνο κατά 11 μονάδες βάσης μεγαλύτερη απόδοση από το 30ετές ομόλογο της Ιταλίας.
Η ελπίδα μεταξύ αυτών που αγοράζουν τώρα είναι ότι οι ιταλικές αποδόσεις θα μειωθούν περαιτέρω (τα ομόλογα αυξάνονται σε αξία όταν μειώνονται οι αποδόσεις) αν οι σχέσεις παραμείνουν εγκάρδιες μεταξύ Ρώμης και Βρυξελλών μετά την πρόσφατη αναθέρμανση. Το spread μεταξύ του γερμανικού 10ετούς bund και του αντίστοιχου ιταλικού είχε συρρικνωθεί έως τις 140 μονάδες το 2016. Αυτή τη στιγμή διαμορφώνεται στις 210 μονάδες βάσης.
Είναι σίγουρα έξυπνο από μέρους του ιταλικού υπουργείου Οικονομικών να επωφελείται από αυτό το μοναδικό περιβάλλον για να επιδιώξει εξαιρετικά μακροχρόνια χρηματοδότηση. Στο τέλος του εξαμήνου, πάνω από το 60% των απαιτήσεων χρηματοδότησης της χώρας αξίας 250 δισ. ευρώ για το 2019 είχε καλυφθεί. Μεγάλο μέρος αυτής ήταν μακράς διάρκειας γεγονός που θα ανακουφίσει από τις πιέσεις τα προσεχή έτη. Τουλάχιστον αυτό προσφέρει κάποια παρηγοριά στους επενδυτές ότι ο κίνδυνος μιας ιταλικής κρίσης χρηματοδότησης μειώνεται ραγδαία.
Βελτίωση σχέσεων
Η αναθέρμανση των σχέσεων Ιταλίας-Κομισιόν χαμηλώνει τις αποδόσεις
Φυσικά, ο εξαιρετικά μεγάλης διάρκειας, 98ετής τίτλος της Αυστρίας εγείρει επίσης κινδύνους δεδομένου ότι η πενιχρή του απόδοση είναι ίση ή χαμηλότερη από τον επίμονο πληθωρισμό της ζώνης του ευρώ. Το να μάθει κανείς εάν οι δυο χώρες θα παραμείνουν σε φόρμα ώστε να αποπληρώσουν το κεφάλαιο σε τόσα χρόνια απαιτεί γερή κράση.
Ακόμη κι έτσι, ο βασικός δείκτης για τους επενδυτές ομολόγων είναι ότι το δημόσιο χρέος της Αυστρίας ανερχόταν μόλις στο 73% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος στο τέλος του πρώτου τριμήνου αυτού του έτους. Το χρέος της Ιταλίας διαμορφώνεται στο 132,2% και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι θα υπερβεί το 135% το 2020.
Πεινασμένοι για αποδόσεις, οι επενδυτές του ευρώ, δεν είχαν πολλές επιλογές από το να αγοράσουν και τις δύο εκδόσεις και να αναμίξουν τους κινδύνους. Αλλά είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι αυτές οι αποφάσεις αγοράς – ανάμεσα σε ασφαλείς και σε λίγο πιο επικίνδυνους τίτλους- πρέπει τώρα να γίνουν σε τόσο παράδοξα μακρινούς χρονικούς ορίζοντες. Ποιος θα ήθελε να είναι διαχειριστής κεφαλαίων με ένα δέμα στα χέρια που θα περιλαμβάνει υπερβολικά μακροχρόνια ομόλογα όταν θα σταματήσει η μουσική;