Μια ταραχώδης εβδομάδα βίωσε το ρούβλι, αλλά το διευρυνόμενο πολιτικό χάσμα που αποκαλύφθηκε στο εσωτερικό της ρωσικής εξουσίας είναι εδώ για να μείνει, σύμφωνα με το Bloomberg.
Καθώς το νόμισμα κυμάνθηκε στο επίπεδο κοντά στα 100 ανά δολάριο (το προσπέρασε μάλιστα μέσα στην εβδομάδα), οι αρχές ανέλαβαν αμέσως δράση. Αλλά στο παρασκήνιο, η επιχείρηση διάσωσης ανέδειξε μια κυβέρνηση που σπάνια έχει υπάρξει τόσο διχασμένη σε θέματα κρίσιμων οικονομικών προτεραιοτήτων – ένα τρωτό σημείο σε μια εποχή που η χώρα προσπαθεί να στηρίξει τη μεγαλύτερη σύγκρουση στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η διαμάχη σχετικά με την πτώση του ρουβλίου επικεντρώθηκε στο τι την προκάλεσε εξίσου πολύ με το τι πρέπει να γίνει για αυτήν. Αφού προειδοποίησε επί μακρόν για την επιδείνωση των εμπορικών στοιχείων και τις μεγάλες κρατικές δαπάνες, η κεντρική τράπεζα υπό την ηγεσία της επικεφαλής Ελβίρας Ναμπιούλινα ανακοίνωσε ότι θα απέχει από τις αγορές συναλλάγματος και στη συνέχεια συγκάλεσε την Τρίτη έκτακτη συνεδρίαση που κατέληξε στην πιο απότομη αύξηση των επιτοκίων από την περίοδο αμέσως μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Στο επίκεντρο του θέματος βρίσκεται ένα νόμισμα που είναι το πιο ευμετάβλητο στον κόσμο φέτος, αφήνοντας τους υαξιωματούχους να επιδιώκουν μια λύση, όπως τα capital controls, αλλά με μικρή συναίνεση σχετικά με το πώς και πότε θα εφαρμοστούν.
Με το ρούβλι να δέχεται πιέσεις στις αρχές της εβδομάδας, ο επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν επέρριψε την ευθύνη στην Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας για την “ήπια” νομισματική πολιτική της, αντιπαραβάλλοντάς την με την κατάσταση του προϋπολογισμού που, όπως είπε, έχει σταθεροποιηθεί.
“Η ρωσική κεντρική τράπεζα φαίνεται να παρασύρεται στο να “αποδείξει την υπευθυνότητά της” από τις επικρίσεις των κυβερνητικών οικονομολόγων και υπουργών”, αναφέρουν σε έκθεσή τους οι αναλυτές της Commerzbank AG, μεταξύ των οποίων και η Antje Praefcke.
“Η πρόσφατη αύξηση των επιτοκίων φάνηκε πολύ σαν να είχε στριμωχτεί η Κεντρική Τράπεζα από τέτοιες επικρίσεις”, ανέφεραν. “Η αντίδρασή της να συμμορφωθεί με την απαιτούμενη ενέργεια ενδέχεται να δημιουργήσει ένα επικίνδυνο προηγούμενο από έναν από τους μοναδικούς εναπομείναντες αξιόπιστους θεσμούς στη σημερινή Ρωσία”.
Οι κυβερνητικές συζητήσεις σχετικά με τα capital controls έφεραν αρχικά αντιμέτωπους τον υπουργό Οικονομικών Αντόν Σιλουάνοφ – ο οποίος υποστήριζε σκληρές υποχρεωτικές πωλήσεις ξένων εσόδων για τους εξαγωγείς – με τους αντιπάλους του στην κεντρική τράπεζα, σύμφωνα με άτομα που έχουν γνώση των συζητήσεων.
Μέσα σε λίγες ημέρες, το ρούβλι ανέκαμψε, ιδίως όταν η αγορά έμαθε ότι τα αυστηρά capital controls βρέθηκαν και πάλι στην ατζέντα της κυβέρνησης. Σύντομα εγκατέλειψε τις τάξεις των προβληματικών νομισμάτων που είχαν υποστεί σημαντικές πιέσεις, όπως το πέσο της Αργεντινής και η τουρκική λίρα, για να γίνει το νόμισμα με τις καλύτερες επιδόσεις στον κόσμο με κέρδη περίπου 6% έναντι του δολαρίου.
Ο Μαξίμ Ορέσκιν, οικονομικός σύμβουλος του Πούτιν και πρώην τραπεζίτης στη ρωσική θυγατρική της Societe Generale SA, είχε γράψει μια στήλη για ένα κρατικό πρακτορείο ειδήσεων που δεν ανέφερε ούτε πόλεμο ούτε κυρώσεις. Δημοσιευμένο κοντά στο αποκορύφωμα της πτώσης του ρουβλίου, υποστήριζε ένα “ισχυρό” εθνικό νόμισμα που θα βοηθούσε στον μετασχηματισμό της οικονομίας και δεν άφηνε καμία αμφιβολία ότι εναπόκειται στην κεντρική τράπεζα να χρησιμοποιήσει “όλα τα απαραίτητα εργαλεία για την εξομάλυνση της κατάστασης στο εγγύς μέλλον”.
Στις συζητήσεις για τα capital controls, στις οποίες συμμετείχε και η Ναμπιούλινα, η κεντρική τράπεζα ήρθε αντιμέτωπη με τον Σιλουάνοφ, ο οποίος έγινε υπουργός Οικονομικών αφού ο προκάτοχός του εγκατέλειψε την κυβέρνηση το 2011 λόγω δημόσιας διαμάχης με τον τότε πρόεδρο Ντμίτρι Μεντβέντεφ για τις στρατιωτικές δαπάνες.
Ο Σιλουάνοφ τάχθηκε αρχικά υπέρ της αναγκαστικής μετατροπής από τους εξαγωγείς έως και του 90% των εσόδων τους από το εξωτερικό, ένα αυστηρό μέτρο στο οποίο αντιτίθεται η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας, δήλωσαν οι πηγές του Bloomberg, οι οποίοι μίλησαν υπό τον όρο της ανωνυμίας.
Η απόφαση – η οποία ελήφθη πριν από τη συνάντηση των κορυφαίων αξιωματούχων με τον Πούτιν – ήταν να σταματήσουν οι υποχρεωτικοί περιορισμοί και, αντίθετα, να προετοιμαστούν συστάσεις για τους εξαγωγείς σε ατομική βάση στο να παραδώσουν μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους από το εξωτερικό για να βοηθήσουν στη σταθεροποίηση του ρουβλίου. Τα επίσημα capital controls θα μπορούσαν ακόμη να αποτελέσουν μια επιλογή αν η υποτίμηση επιδεινωθεί και πάλι, ανέφεραν οι πηγές.
“Η μεταβλητότητα του ρουβλίου ενισχύεται από τη χαμηλότερη ρευστότητα στην αγορά συναλλάγματος και τη μη τακτική μετατροπή από τους εξαγωγείς”, ανέφεραν οι αναλυτές της Raiffeisenbank σε έκθεσή τους, τοποθετώντας το “εύρος” του ρωσικού νομίσματος στα 85 έως 95 ανά δολάριο.