Τα πράγματα πηγαίνουν άσχημα στο βασίλειο του Brexit. Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου είναι αδύναμη και διαιρεμένη.
Η ΕΕ είναι πεπεισμένη και ανυποχώρητη. Το ρολόι των διαπραγματεύσεων μετράει ανάποδα και μόνο οι εσκεμμένα παραπλανημένοι πιστεύουν τώρα ότι υπάρχει πιθανότητα ενός Brexit «με την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο». Αντί αυτού, η Βρετανία φαίνεται να έχει μπροστά της μια επιλογή μεταξύ τριών διαφορετικών τύπων ταπείνωσης.
Η πρώτη ταπεινωτική εξέλιξη είναι η Βρετανία να γίνει τόσο απελπισμένη για μια εμπορική συμφωνία που να αναγκαστεί να αποδεχθεί τους όρους της ΕΕ, λίγο πολύ στο σύνολό τους. Αυτό σημαίνει ότι η Βρετανία θα συμφωνήσει να πληρώσει έναν λογαριασμό ακαθάριστου ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, απλώς και μόνο για να προχωρήσει στις εμπορικές διαπραγματεύσεις. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η πρόσβαση στην ενιαία αγορά, η Βρετανία θα πρέπει να προβεί σε περαιτέρω παραχωρήσεις – αποδεχόμενη την ελεύθερη μετακίνηση των ατόμων και τη δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Μια εναλλακτική ταπεινωτική έκβαση θα ξεκινούσε με τη Βρετανία να αρνείται να συμφωνήσει με τους όρους αυτούς και να βρεθεί έξω από την ΕΕ χωρίς συμφωνία τον Μάρτιο του 2019. Στη συνέχεια, τα βρετανικά προϊόντα και φορτηγά θα συσσωρευτούν στα λιμάνια της Μάγχης, καθώς θα βρίσκουν σε νέους εμπορικούς και τελωνειακούς φραγμούς – εν μέσω γενικού περίγελου από την άλλη πλευρά του καναλιού. Οι απώλειες θέσεων εργασίας θα επεκταθούν στον τομέα της μεταποίησης και σε ένα φάσμα τομέων υπηρεσιών, από τα χρηματοοικονομικά μέχρι τις φαρμακοβιομηχανίες. Και καθώς οι επενδύσεις θα μεταφέρονταν στην ηπειρωτική Ευρώπη, η οικονομία θα δεχόταν μόνιμο πλήγμα.
Μια εξασθενημένη Βρετανία θα στραφεί στη συνέχεια στην Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ, με την ελπίδα ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ θα ανταποκριθεί στην υπόσχεσή του για μια «πολύ, πολύ μεγάλη» εμπορική συμφωνία. Όμως το όνειρο μιας περήφανης, ευημερούσας «παγκόσμιας Βρετανίας» θα μοιάζει τότε σαν ένα αρρωστημένο αστείο.
Το τρίτο ταπεινωτικό αποτέλεσμα θέλει τη Βρετανία να συνειδητοποιεί ότι δεν υπάρχει καλό Brexit διαθέσιμο και να εγκαταλείπει εξολοκλήρου την ιδέα και να επιστρέφει απρόθυμα στην αγκαλιά της ΕΕ. Ακόμη και για να πετύχει συμφωνία για το αποτέλεσμα αυτό από την ΕΕ των 27, η Βρετανία ίσως χρειαστεί να παραιτηθεί από την αγαπημένη της έκπτωση στις εισφορές του προϋπολογισμού.
Κάθε ένα από αυτά τα αποτελέσματα θα προκαλέσει απογοήτευση και θυμό στη Βρετανία. Υπάρχει όμως το επιχείρημα ότι μια δόση εθνικής ταπείνωσης μπορεί να είναι καλή για μια χώρα. Ο συγγραφέας Ίαν Μπουρούμα υποστήριξε πρόσφατα ότι η βρετανική και η αμερικανική πολιτική έχουν καταστεί ευάλωτες στον εθνικό αυτοτραυματισμό, καθώς μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο «γενιά μετά τη γενιά μεγάλωνε. . . με το αίσθημα ότι ήταν μοναδική».
Όλα τα άλλα μεγάλα έθνη στην Ευρώπη βίωσαν την κατοχή, την ήττα, την ταπείνωση ή την κατάρρευση της δημοκρατίας κατά τον 20ό αιώνα. Αντίθετα η Βρετανία, δικαιολογημένα και κατανοητά, περηφανεύεται που δεν υπέκυψε ποτέ στη σύγχρονη ιστορία της στον πολιτικό εξτρεμισμό ή τη στρατιωτική ήττα. Ωστόσο, η εθνική υπερηφάνεια της Βρετανίας, από την οπτική γωνία των Βρυξελλών, έχει κάνει το Ηνωμένο Βασίλειο έναν δύσκολο πελάτη που δεν έχει αποδεχτεί ποτέ τις παραχωρήσεις κυριαρχίας που είναι απαραίτητες για να δουλέψει η ΕΕ. Οι ευρωκράτες ψιθυρίζουν ότι εάν η Βρετανία ταπεινωθεί από το Brexit, αυτό θα μπορούσε να έχει θετικό αποτέλεσμα μακροπρόθεσμα και να πείσει το Ηνωμένο Βασίλειο να επιστρέψει στην ΕΕ με μια πιο ρεαλιστική εκτίμηση της δικής του εξουσίας και των πλεονεκτημάτων του ευρωπαϊκού σχεδίου.
Αλλά είναι η ταπείνωση πραγματικά καλή για μια χώρα; Είναι αδιαμφισβήτητο ότι το πολύτιμο ιστορικό της πολιτικής μετριοπάθειας της Βρετανίας συνδέεται με το γεγονός ότι η χώρα ποτέ δεν έχει ταπεινωθεί.
Οι θυμωμένες και σε σύγχυση χώρες συχνά καταφεύγουν σε πολιτικό εξτρεμισμό ή επιθετικό εθνικισμό. Η κινέζικη κυβέρνηση έχει κάνει την εκδίκηση για τον «αιώνα της ταπείνωσης» της χώρας (που άρχισε το 1839) το κέντρο μιας εθνικιστικής ιδεολογίας που οι γείτονές της βρίσκουν όλο και πιο απειλητική. Η αίσθηση της ταπείνωσης του Βλαντιμίρ Πούτιν κατά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης οδήγησε στον ρωσική ρεβανσισμό στην Ουκρανία και τη Γεωργία. Πηγαίνοντας πίσω, η γερμανική ταπείνωση, μετά την ήττα στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και τους τιμωρητικούς όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών, συνέβαλε δυναμικά στην άνοδο του Χίτλερ.
Αλλά αν η Γερμανία μετά το 1918 προσφέρει μια προειδοποίηση για τους κινδύνους της εθνικής ταπείνωσης, μετά το 1945 η Γερμανία αποδεικνύει ότι η ταπείνωση μπορεί μερικές φορές να είναι καλή για την ψυχή. Από τα ηθικά και φυσικά ερείπια του ναζισμού, η επόμενη γενιά των Γερμανών δημιούργησε μια χώρα που σήμερα είναι πλούσια, σταθερή και ευρέως αντικείμενο θαυμασμού.
Ευτυχώς, όσο άσχημα κι αν εξελιχθεί το Brexitι, ποτέ δεν θα φτάσει επίπεδο ταπείνωσης που μπορεί να καταταχθεί μαζί με την ευθύνη για το Ολοκαύτωμα ή την κατοχή από μια ξένη δύναμη. Παρόλα αυτά, οποιαδήποτε από τις τρεις πιθανές ταπεινωτικές εκβάσεις του Brexit θα αποτελέσει ένα βαθύ πλήγμα στην εθνική εμπιστοσύνη.
Η δημόσια οργή που θα προκύψει είναι πιθανό να προκαλέσει μια περαιτέρω πόλωση στην εγχώρια πολιτική. Η εθνικιστική δεξιά είναι πιθανό να κατηγορήσει τους ευρωπαίους ότι συνωμότησαν ενάντια στη Βρετανία και το φιλελεύθερο κατεστημένο του Ηνωμένου Βασιλείου ότι «πούλησε τη χώρα». Η αριστερά του Κόρμπιν θα επικαλούταν επίσης την αντικαθεστωτική οργή και θα χρησιμοποιούσε το γενικό χάος για να πιέσει για μια μαζική επέκταση του κράτους – και μια ριζική επανευθυγράμμιση της βρετανικής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής. Αυτό, με τη σειρά του, θα προκαλούσε μια αντι-ριζοσπαστικοποίηση από τη δεξιά.
Ωστόσο, είναι επίσης δυνατό να φανταστούμε πιο ευχάριστα σενάρια. Μια χώρα που έχει κάνει το παρωδιακό τραγουδάκι «Always Look on the Bright Side of Life» εναλλακτικό εθνικό ύμνο, μπορεί να έχει την ικανότητα να ξεπεράσει την ταπείνωση του Brexit. Τα στερεότυπα σχετικά με τον «εθνικό χαρακτήρα» της Βρετανίας τείνουν να τονίζουν τον πραγματισμό, την αίσθηση του χιούμορ και την ικανότητα αντιμετώπισης των αντιξοοτήτων. Οι βρετανοί μπορεί να χρειαστούν όλες αυτές τις ιδιότητες για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες του Brexit.