Πριν από ένα χρόνο έξω από το αεροδρόμιο Ατατούρκ της Κωνσταντινούπολης, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έδειχνε στην άλλη άκρη του ωκεανού τον άνθρωπο που κατηγορούσε για την απόπειρα πραξικοπήματος που παραλίγο να κλέψει την Τουρκία από τα χέρια του.
Οι εξεγερθέντες στρατιώτες εξακολουθούσαν να κατέχουν τμήματα της πόλης, οι στρατηγοί βρίσκονταν σε φυγή και η κυβέρνηση ήταν σε αταξία, με βασικούς υπουργούς να αγνοούνται ή να κρύβονται.
Αλλά ο κ. Ερντογάν γνώριζε ποιος φταίει: ένας παλαιός σύμμαχος που έγινε ορκισμένος εχθρός, με το όνομα Φετουλάχ Γκιουλέν, μουσουλμάνος κληρικός που ζει σε ένα αγρόκτημα στην Πενσυλβανία.
Ο ισχυρισμός του κ. Ερντογάν πυροδότησε μια εκκαθάριση που ενέτεινε τις σχέσεις του συμμάχου του ΝΑΤΟ με τη Δύση και αμαύρωσε το ιστορικό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Τουρκίας. Παράλληλα, ενίσχυσε το χέρι του κ. Ερντογάν, επιτρέποντάς του να κυβερνά σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης που δικαιολογείται από τη φύση της απειλής που είχε περιγράψει.
« Δεν μπορεί να υπάρξει ζήτημα άρσης της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης με όλα αυτά τα γεγονότα», δήλωσε ο κ. Ερντογάν την Τετάρτη. «Ρωτούν θα τελειώσει η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Θα τελειώσει όταν αυτή η υπόθεση εξαφανιστεί εντελώς.»
Με πολλούς τρόπους, ο κ. Γκιουλέν ήταν ένας πειστικός ύποπτος: οι οπαδοί του στη δικαιοσύνη έχουν συνδεθεί με προηγούμενες προσπάθειες υπονόμευσης του κ. Ερντογάν, ενώ το σκιώδες του κίνημα, το οποίο έχει διεισδύσει σε μεγάλο μέρος της γραφειοκρατίας της Τουρκίας, έχει καταδιώξει άλλους αντιπάλους, συμπεριλαμβανομένων δημοσιογράφων και στρατιωτικών αξιωματούχων.
Ωστόσο ένα χρόνο αφού ο Ερντογάν κήρυξε ένοχο για πρώτη φορά τον Γκιουλέν, λίγοι, αν οποιοσδήποτε από τους συμμάχους του, μοιράζονται την πεποίθησή του ότι η ομάδα του κληρικού συνέλαβε και πραγματοποίησε το πραξικόπημα μόνη της.
Τους τελευταίους μήνες βρετανοί βουλευτές παραπονέθηκαν για έλλειψη αποδείξεων για την εκδοχή της Τουρκίας για τα γεγονότα, ο επικεφαλής των κατασκόπων της Γερμανίας δήλωσε ότι δεν είναι πεπεισμένος και η Ουάσιγκτον αρνήθηκε να εκδώσει τον κ. Γκιουλέν – οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δηλώνουν ιδιωτικά ότι τα αποδεικτικά στοιχεία είναι περιορισμένα. Ο κ. Γκιουλέν αρνείται κάθετα την κατηγορία.
«Η απόδοση ευθύνης αποκλειστικά στους Γκιουλενιστές είναι ιδιαίτερα σημαντική επειδή έχει δικαιολογήσει και στηρήξει μια προσπάθεια της κυβέρνησης να απομακρύνει, να ξεριζώσει και να χωρίσει όσους θεωρεί ως Γκιουλενιστές από θέσεις δημόσιας επιρροής στην Τουρκία», ανέφερε η επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Κοινοτήτων της Βρετανίας τον Μάρτιο.
Ο Μπεκίρ Μπόζνταγ, υπουργός Δικαιοσύνης της Τουρκίας, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι οι σύμμαχοι της χώρας του παραπλανήθηκαν από τους Γκιουλενιστές στο εξωτερικό, καθώς εξαπέλυσε «βρώμικες ενέργειες εναντίον της Τουρκίας ως μέρος μίας εκστρατείας δυσφήμισης». Πρόσθεσε: «Είμαστε ανοιχτοί στην έρευνα από διεθνείς θεσμούς και οργανισμούς».
Εντός της Τουρκίας, τα ακόμα θολά γεγονότα της 15ης Ιουλίου πέρυσι διέσπασαν ένα ήδη πολωμένο έθνος. Για τον κ. Ερντογάν και τους συμμάχους του, αυτή η βίαιη νύχτα ήταν αποτέλεσμα μιας μυστικής, φιλοδυτικής συνωμοσίας για την αποδυνάμωση, ακόμη και την εξάλειψη, του ισχυρού μουσουλμάνου ηγέτη της Τουρκίας.
Για το άλλο μισό του έθνους, χωρισμένο μεταξύ κοσμικών, εθνικιστών και μειονοτήτων όπως οι Κούρδοι της Τουρκίας, το αποτυχημένο πραξικόπημα παραμένει ανεξήγητο.
«Ο κ. Ερντογάν λατρεύεται από το ήμισυ του έθνους και είναι αντικείμενο μίσους για το άλλο μισό της χώρας. Όποια και αν είναι η αφήγηση που θα διαμορφώσει, θα αγκαλιαστεί μόνο κατά το ήμισυ και θα απορριφθεί εντελώς από το άλλο μισό», δήλωσε ο Σονέρ Τσαγκαπτάι, διευθυντής του τουρκικού ερευνητικού προγράμματος στο Ινστιτούτο Ουάσινγκτον, αμερικανικό think-tank. «Το παρουσιάζει σαν μια σειρά επιθέσεων εναντίον τούρκων και μουσουλμάνων, από τις σταυροφορίες μέχρι τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Μια πλευρά πιστεύει ότι είναι το πιο σημαντικό γεγονός από την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και το άλλο μισό το βλέπει ως κάτι που χρησιμοποιεί για να τους καταδιώξει. Η Τουρκία τραυματίστηκε και μπορεί να μη μάθουμε ποτέ τι πραγματικά συνέβη εκείνη τη νύχτα.»
Το αποτυχημένο πραξικόπημα μετατράπηκε γρήγορα σε πολιτικό μύθο, αν και δεν έχει ακόμη καταδικαστεί για το ρόλο του εκείνο το βράδυ κάποιος από τους κορυφαίους εικαζόμενους σχεδιαστές του πραξικοπήματος. Η «15η Ιουλίου» έχει γίνει μέρος μιας μακράς λίστας εξίσου ανεξήγητων γεγονότων που έχουν διαμορφώσει την τουρκική ιστορία.
«Η Τουρκία είναι μια χώρα με ταμπού – σπάνια έχουμε αναλυτικές και εις βάθος αναλύσεις βασικών γεγονότων στην ιστορία μας», δήλωσε ο Αϊκάν Ερντεμίρ, ο οποίος υπηρέτησε ως βουλευτής του αντιπολιτευόμενου Δημοκρατικού Λαϊκού Κόμματος μεταξύ 2011 και 2015. “Από τα πογκρόμ [των ελληνικών οικογενειών] του 1955 ως τις μαζικές δολοφονίες των Αλεβιτών [μη Σουνιτών Μουσουλμάνων] τη δεκαετία του 1970, σπάνια καταλήγουμε να ξεδιπλώσουμε πλήρως τους ανθρώπους και τους θεσμούς και τις διαδικασίες που είναι υπεύθυνες για αυτά τα γεγονότα.»
Ωστόσο, ο έλεγχος του κ. Ερντογάν στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και την κυβέρνηση σημαίνει ότι το αφήγημα για τον ρόλο του κ. Γκιουλέν στο πραξικόπημα είναι πανταχού παρόν: τα παιδιά το διαβάζουν στα σχολικά βιβλία, οι ενήλικες το ακούν στην τηλεόραση και οι ξένοι επισκέπτες παρακολουθούν συχνά κακογυρισμένα βίντεο που αγγίζουν αυτό που ένας διπλωμάτης περιέγραψε ως «πραξικοπηματικό πορνό».
Καθώς η Τουρκία τιμά τη μνήμη της πρώτης επετείου του πραξικοπήματος, οι τούρκοι μπορούν να διασχίσουν τη Γέφυρα των Μαρτύρων της 15ης Ιουλίου, ως το μνημείο της 15ης Ιουλίου, περνώντας μέσα από στιλιζαρισμένες αφίσες της βίας της 15ης Ιουλίου, να καθίσουν στην αίθουσα αναμονής των Ηρώων της Δημοκρατίας της 15ης Ιουλίου στο αεροδρόμιο και να αγοράσουν αναμνηστικά κοσμήματα της 15ης Ιουλίου.
Εν τω μεταξύ, ο κ. Ερντογάν έχει καταπνίξει τα αιτήματα της αντιπολίτευσης για μια ανεξάρτητη επιτροπή που να διερευνήσει πώς το πραξικόπημα κατάφερε να φτάσει τόσο κοντά στην επιτυχία και πώς ξέφυγε της προσοχής των υπηρεσιών πληροφοριών της χώρας.
«Στην πραγματικότητα, 80 εκατομμύρια άνθρωποι βίωσαν αυτό το [αποτυχημένο] πραξικόπημα», δήλωσε ένα ανώτερο μέλος του κόμματος ΑΚ του κ. Ερντογάν που έχει πλέον αποξενωθεί από τον πρόεδρο. «Και λιγότεροι από μια ντουζίνα ανθρώπων σε αυτή τη χώρα καταλαβαίνουν πλήρως τι συνέβη εκείνη τη νύχτα.»
Ο πρώην βουλευτής κ. Ερντεμίρ δήλωσε ότι ο Τούρκος πρόεδρος είχε καταφέρει να αποφύγει το μεγαλύτερο ερώτημα για το αν η Άγκυρα θα έπρεπε να φέρει κάποια ευθύνη: «Αυτό που προσπαθεί πραγματικά να κρύψει η κυβέρνηση δεν είναι συνενοχή στο πραξικόπημα αλλά αμέλεια: πώς μπορούσαν οι τουρκικές κυβερνήσεις και τα θεσμικά όργανα να αποτύχουν σε τόσο μεγάλο βαθμό πριν από το πραξικόπημα και πού είναι η πολιτική και νομική ευθύνη σε αυτό;»