Η οικονομία της ευρωζώνης φαίνεται πολύ πιο υγιής. Ύστερα από χρόνια στασιμότητας, η ανάπτυξη έχει επιτέλους ανεβάσει ταχύτητα και η ανεργία πέφτει. Οι φόβοι για έναν παραλυτικό κύκλο αποπληθωρισμού έχουν επίσης υποχωρήσει. Ωστόσο, υπάρχει κίνδυνος υποτροπής – και ο τραπεζικός «φαύλος κύκλος» της Ευρώπης είναι ο λόγος.
Οι στενές σχέσεις ανάμεσα στα οικονομικά της κυβέρνησης και το τραπεζικό σύστημα ήταν το κύριο αίτιο της κατάρρευσης στην Ισπανία, την Ιρλανδία και την Ελλάδα, και οι πολιτικοί παράγοντες έχουν κάνει ελάχιστα για να διασπάσουν τη σύνδεση. Σε έκθεση που δημοσιεύτηκε την περασμένη εβδομάδα σωστά τονίζει αυτόν τον κίνδυνο: όσο παραμένει η σύνδεση, η Ευρώπη θα συνεχίσει να αποτελεί απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα παγκοσμίως.
Υπάρχουν δύο πλευρές στη σύνδεση ανάμεσα στις κυβερνήσεις και τις τράπεζες. Όταν οι επενδυτές πιστεύουν πως μια κυβέρνηση θα διασώσει μια αδύναμη τράπεζα, τα προβλήματα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα μπορούν να προκαλέσουν άνοδο στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων. Αντίθετα, όταν οι τράπεζες διατηρούν μεγάλα αποθέματα κρατικού χρέους, οι αμφιβολίες για τη δημοσιονομική υγεία της χώρας μπορούν να επηρεάσουν τις τράπεζες.
Για να είμαστε δίκαιοι, η ευρωζώνη έχει κάνει κάποια βήματα για να κόψει αυτόν τον δεσμό. Η Ευρωπαϊκή Κομισιόν έχει τοποθετήσει νέους κανόνες που αναγκάζουν τους επενδυτές σε ομόλογα να δεχτούν απώλειες προτού οι κυβερνήσεις να μπορέσουν να διασώσουν μια τράπεζα. Οι ρυθμιστές έχουν υποχρεώσει τις τράπεζες να αυξήσουν τα κεφάλαιά τους, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο νέων διασώσεων.
Ωστόσο, αυτές οι προσπάθειες δεν έχουν κάνει αρκετά. Η Ιταλία εκμεταλλεύεται ένα τεχνικό κενό στους κανόνες για να διασώσει τρεις τράπεζες, γλιτώνοντας τους ομολογιούχους, δείχνοντας πως η εποχή των διασώσεων δεν έχει τελειώσει. Την ίδια στιγμή, οι τράπεζες σε δημοσιονομικά αδύναμες χώρες συνεχίζουν να συγκεντρώνουν κρατικά χρέη.
Η ευρωζώνη θα πρέπει να είναι περισσότερο επιτακτική στο κόψιμο αυτής της σχέσης. Αυτό που χρειάζεται είναι μια μεγάλη συμφωνία ανάμεσα στις πιο ευάλωτες χώρες όπως η Ιταλία και τις ισχυρότερες οικονομίες όπως η Γερμανία.
Οι πρώτες θα πρέπει να δεχτούν πως πρέπει να υπάρχουν όρια στο κρατικό χρέος που μπορούν να διατηρούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, παρ’ ότι αυτή η διαδικασία θα πρέπει να εφαρμοστεί σταδιακά, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι αστάθειες. Επιπλέον, οι υπάρχοντες κανόνες για τις διασώσεις των τραπεζών θα πρέπει να επιβληθούν πιο ασυτηρά, ώστε να είναι πιο δύσκολο να διασωθούν τράπεζες που δεν αποτελούν συστημική απειλή. Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση της Γερμανίας θα πρέπει να κατανοήσει πως τα πιο αδύναμα κράτη μέλη δεν μπορούν να λύσουν τα τραπεζικά τους προβλήματα χωρίς βοήθεια. Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, το ταμείο διασώσεων της ευρωζώνης, παρεμβαίνει κυρίως δανείζοντας σε κυβερνήσεις – επιβαρύνοντάς τες με περισσότερο χρέος. Ο ΕΜΣ θα πρέπει, αντί αυτού, να έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει άμεσα.
Αυτά τα μέτρα θα είναι πολιτικά δύσκολα για όλες τις πλευρές. Όμως είναι απαραίτητα για να ενισχύσουν την ευρωζώνη πριν από την επόμενη κρίση.