Η Ελλάδα έχει διανύσει μακρύ και δύσκολο δρόμο και τους επόμενους μήνες αναμένεται η οριστική επιστροφή της στις αγορές, τόνισε στη γενική συνέλευση των μετόχων, ο πρόεδρος της Alpha Bank, ΒασίληςΡάπανος και κάλεσε τους εταίρους και την κυβέρνηση να συμφωνήσουν και να δουν πώς θα μειώσουν τα πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, προκειμένου να ενισχυθε
…
Η Ελλάδα έχει διανύσει μακρύ και δύσκολο δρόμο και τους επόμενους μήνες αναμένεται η οριστική επιστροφή της στις αγορές, τόνισε στη γενική συνέλευση των μετόχων, ο πρόεδρος της Alpha Bank, ΒασίληςΡάπανος και κάλεσε τους εταίρους και την κυβέρνηση να συμφωνήσουν και να δουν πώς θα μειώσουν τα πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, προκειμένου να ενισχυθεί η αναπτυξιακή προοπτική της Ελλάδος.
Ένα επίσης στοιχείο που θα συμβάλλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας είναι να δημιουργηθεί πλέον ένα πιο φιλικό μείγμα φόρων και δαπανών. Επίσης θα πρέπει να συνεχιστούν οι διαρθρωτικές αλλαγές, θα πρέπει να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων προκειμένου η χώρα να προσελκύσεις άμεσες ξένες επενδύσεις, η ανάγκη των οποίων είναι επιτακτική.
Οσον αφορά το τραπεζικό σύστημα, ο κ. Ράπανος υπογράμμισε ότι έχουν γίνει σημαντικά βήματα, ότι η μεγαλύτερη πρόκληση είναι η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, οι δυσκολίες δεν έχουν ακόμη ξεπεραστεί, ωστόσο όσο ομαλοποιούνται οι συνθήκες, τόσο το τραπεζικό σύστημα θα συμβάλλει στην ανάπτυξη της οικονομίας και στη χρηματοδότηση της αγοράς.
Κλείνοντας την ομιλία του, ανέφερε «τι η ελληνική οικονομία εισέρχεται σε μία νέα περίοδο προκλήσεων και ευκαιριών και χρειάζεται προσοχή έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν σοβαρά προβλήματα όπως είναι για παράδειγμα η ανεργία, να ενισχυθεί η αύξηση των εξαγωγών, οι οποίες συνεχίζουν να υπολείπονται των εισαγωγών και να επιταχυνθεί η απελευθέρωση προϊόντων και υπηρεσιών που θα συμβάλλει και στη μείωση των τιμών.
Οσον αφορά την εταιρική διακυβέρνηση της τράπεζας, ανέφερε ότι έχουν γίνει αλλαγές σημαντικές, οι οποίες βασίζονται στις βέλτιστες πρακτικές.
Λαμβάνοντας τον λόγο ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Δημήτρης Μαντζούνης, τόνισε και αυτός από την πλευρά του, ότι η χώρα βρίσκεται ενώπιον δύο σημαντικών προκλήσεων. Πρώτον να επανέρθει στις αγορές και δεύτερον η ανάπτυξη της να συγκλίνει με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Και εκείνος υπογράμμισε την ανάγκη μείωσης των υψηλών φορολογικών συντελεστών, εφαρμογής του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και περιορισμού της γραφειοκρατίας.
Αυτό όμως που προκάλεσε αίσθηση ήταν η αναφορά για πρώτη φορά του διευθύνοντος συμβούλου της τράπεζας στις ποινικές διώξεις των στελεχών της όσον αφορά την υπογραφή τους σε εγκρίσεις και αναδιαρθρώσεις δανείων.
Συγκεκριμένα αναφέρθηκε σε τρεις περιπτώσεις:
Πρώτον στην περίπτωση των δανείων προς το εκδοτικό συγκρότημα του Πήγασου, όπου σημείωσε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει αποφανθεί ότι όλα έγιναν με σύννομο τρόπο.
Δεύτερον αναφέρθηκε στα δάνεια του πρώην ιδιοκτήτη του ΔΟΛ, του κ. Ψυχάρη. Τόνισε ότι τότε ήταν καλυμμένα στο 160% και για τις υποθέσεις που εκκρεμούν στη δικαιοσύνη όπως είναι η μη ρευστοποίηση των εγγυήσεων το 2010 και η αναδιάρθρωση των δανείων το 2012, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει αποφανθεί ότι δεν υπήρχε καμία παρέκκλιση.
Η τρίτηυπόθεση αναφέρθηκε στο 2008 όταν στελέχη της τράπεζας ενημέρωσαν το διοικητικό συμβούλιο ότι επιθυμούν να πουλήσουν μετοχές της τράπεζας που διακατείχαν με στόχο να τακτοποιήσουν δανειακές τους υποχρεώσεις. Η τράπεζα τότε έκρινε ότι το καθήκον της θέσης τους δεν επέτρεπε κάτι τέτοιο, και τους έγινε σύσταση να διακρατήσουν τις μετοχές. Εν συνεχεία όμως, όταν οι τιμές των μετοχών υποχώρησαν και άλλο, η τράπεζα αποπλήρωσε τη ζημία που προέκυψε (δλδ το ποσό που έχασαν από την ώρα που δήλωσαν ότι θέλουν να πουλήσουν τις μετοχές έως την περίοδο την πτώσης των τιμών) και την ίδια στιγμή ήρε την πρότερη απόφαση της βάση της οποίας απαγόρευε την πώληση τους.
«Πρόκειται για υποθέσεις στις οποίες έχουν τηρηθεί όλοι οι κανόνες της τραπεζικής και είναι σύννομες. Ωστόσο, οι δικαστικές εκκρεμότητες επηρεάζουν τις αποφάσεις των αρμόδιων στελεχών. Σημαντικό μέρος της τραπεζικής λειτουργίας ήταν και παραμένει η ανάληψη ρίσκου».
Την επόμενη τριετία, 2018-2020, η τράπεζα θα χορηγήσει πάνω από 6,5 δισ. νέα επιχειρηματικά δάνεια στους τομείς του τουρισμού, της ενέργειας και στα υποδομών.