Οι ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές διανύουν καλή περίοδο, έχοντας ανακτήσει τους προηγούμενους εννέα μήνες περίπου το ήμισυ της απώλειας που είχαν συσσωρεύσει σε διάστημα ενός έτους μέχρι τα μέσα του 2016.
Επιπλέον, ετοιμάζονται να λάβουν περαιτέρω ώθηση καθώς η βελτίωση των οικονομικών συνθηκών πείθει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αρχίσει να χαλαρώνει τα αντισυμβατικά μέτρα που θέσπισε για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης.
Στην συνέντευξη Τύπου της Πέμπτης, ο Πρόεδρος της ΕΚΤ Mario Draghi ρωτήθηκε εάν η τράπεζά του θα μπορούσε να αυξήσει τα επιτόκια πριν την προγραμματισμένη λήξη του προγράμματος αγοράς ομολόγων στο τέλος του έτους. “Δεν θέλω να προβούμε σε εικασίες”, απάντησε, αφού απέφευγε για λίγη ώρα το ερώτημα. Την επόμενη μέρα, το Bloomberg News ανέφερε ότι οι φορείς χάραξης πολιτικής συζήτησαν πράγματι πώς θα μπορούσε να συμβεί αυτό.
Η βελτίωση των ευρωπαϊκών τραπεζών συμπίπτει με τις αυξανόμενες ενδείξεις ότι η ΕΚΤ κινείται πιο κοντά στη σταδιακή απόσυρση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της. Από τον επόμενο μήνα, οι αγορές ομολόγων της κεντρικής τράπεζας θα μειωθούν στα 60 δισ. ευρώ το μήνα από 80 δισ. ευρώ. Το πρόγραμμα έχει σχεδιαστεί για να διαρκέσει μέχρι το τέλος του έτους.
Ο Draghi εξακολουθεί να αναζητά τη χρυσή τομή ανάμεσα στο να αναγνωρίσει ότι η ισχύς της ανάκαμψης της Ευρωζώνης σημαίνει ότι έρχεται πιο σφικτή νομισματική πολιτική έρχεται και στο να μην κινηθεί πρόωρα προς αυτή την κατεύθυνση. Η αγορά ομολόγων, ωστόσο, ξέρει ότι η αλλαγή έρχεται -το οποίο δίνει έξτρα ώθηση στο πρόσφατο ράλι των μετοχών των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Μπορεί να φαίνεται παράλογο ότι η επικείμενη παύση των έκτακτων μέτρων της κεντρικής τράπεζας με στόχο την ενδυνάμωση της ανάπτυξης θα ωφελούσε το χρηματοπιστωτικό κλάδο. Οι τράπεζες, ωστόσο, εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται κατά βάση στο να δανείζονται βραχυπρόθεσμα και να δανείζουν για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.
Έτσι, το σχήμα της καμπύλης των αποδόσεων -το χάσμα ανάμεσα στις (τυπικά χαμηλότερες) αποδόσεις των διετών και των δεκαετών ομολόγων- παίζει μεγάλο ρόλο για το πόσο κερδοφόρες μπορεί να είναι. Και κατά τους τελευταίους περίπου έξι μήνες, η διαφορά αποδόσεων έχει υπερδιπλασιαστεί στην ευρωπαϊκή αγορά των ομολόγων αναφοράς, καθώς οι traders και οι επενδυτές αναμένουν ταχύτερo πληθωρισμό με τη συνοδεία υψηλότερου κόστους δανεισμού:
Πιο απότομη καμπύλη
To spread ανάμεσα στο 2ετές και το 10ετές γερμανικό κρατικό ομόλογο
Με βάση τη συνολική απόδοση, συμπεριλαμβανομένων των επανεπενδυόμενων μερισμάτων, ο δείκτης των τραπεζών του Stoxx 600 έχει ενισχυθεί σχεδόν 55% από το ναδίρ που έφθασε τον Ιούλιο. Αυτό συγκρίνεται με απόδοση κάτω του 20% που πέτυχε στο ίδιο διάστημα ο ευρύτερος δείκτης Stoxx 600.
Η υπεραπόδοση αντανακλάται στην αγορά των CDs, όπου traders και επενδυτές αγοράζουν ασφάλιση έναντι οποιασδήποτε επιδείνωσης της πιστοληπτικής ικανότητας των εκδοτών ομολόγων. Το κόστος για την αγορά CDS για χρηματοοικονομικές εταιρείες έχει υποχωρήσει στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων περίπου 12 μηνών, ενώ τον τελευταίο μήνα έχει υποχωρήσει χαμηλότερα από το κόστος αγοράς ασφάλισης για τον ευρύτερο δείκτη επενδυτικού βαθμού:
Πιο φθηνή ασφάλιση έναντι του χρηματοπιστωτικού κλάδου
Οι δείκτης των credit-default swap
Μετά από χρόνια που υστερούσαν έναντι των αμερικανικών ομολόγων τους, οι ευρωπαϊκές τράπεζες ενίσχυσαν τελικά την κεφαλαιακή τους βάση, με το μέσο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας Core Tier τους 1, όπως μετράται από τα αδιανέμητα κέρδη συν τις κοινές μετοχές διαιρούμενα με το σταθμισμένο ενεργητικό, να βελτιώνεται στο 14,1% από 12,5% στο τέλος του 2014 , σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών. Προσπαθούν επίσης να βρουν στήριξη στο ρυθμιστικό μέτωπο, με την ευρωπαϊκούς φορείς χάραξης πολιτικής να πιέζουν την Επιτροπή της Βασιλείας να εγκαταλείψει μια πρόταση που θα μπορούσε να περιορίσει το όφελος που αντλούν οι τράπεζες από τη χρήση των δικών τους μοντέλων για να υπολογίζουν σε πόσο κίνδυνο εκτίθενται.
Εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα. Οι τράπεζες εξακολουθούν να βαρύνονται με επισφαλή δάνεια αξίας άνω του 1 τρισ. ευρώ. Η πρόοδος εδώ είτε ήταν αργή ως προς τν εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που θα διευκόλυναν την πώληση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, είτε σχεδόν ανύπαρκτη σε ό,τι αφορά την πρόταση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών για μια ευρωπαϊκή bad bank. Επιπρόσθετα, το βελτιωμένο οικονομικό σκηνικό μπορεί να μειώσει τις πιέσεις για την πολυπόθητη ενοποίηση του τραπεζικού κλάδου, με τις ρυθμιστικές αρχές να συνεχίζουν να οπισθοχωρούν από τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις.
Αλλά υπάρχουν ενδείξεις για μια ανανεωμένη όρεξη να επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους. Την περασμένη εβδομάδα, η Wall Street Journal ανέφερε ότι ο Tim Throsby, ο επικεφαλής επενδυτικής τραπεζικής της Barclays Plc, είπε στο προσωπικό του να αφήσουν τα “εμπορικά τους ένστικτα” να βγουν στην επιφάνεια και να αυξήσουν την όρεξή τους για ανάληψη κινδύνου. Επίσης την περασμένη εβδομάδα, ο CEO της Deutsche Bank John Cryan δήλωσε στην τηλεόραση του Bloomberg ότι ήρθε η ώρα “να σταματήσουμε να συζητάμε τη συρρίκνωση ή τη μείωση του κινδύνου” και αντ’αυτού να επικεντρωθούμε στην εμπλοκή με τους πελάτες.
Και για ορισμένους πελάτες τουλάχιστον, το να είναι σε θέση να επιλέξουν μια ευρωπαϊκή τράπεζα πρόθυμη να δεσμεύσει κεφάλαια στην αγορά, αποτελεί μια ελκυστική εναλλακτική λύση. “Το γεωπολιτικό περιβάλλον προσφέρει μεγάλες δυνατότητες σε μια μη αμερικανική τράπεζα καθώς οι πελάτες ψάχνουν για εναλλακτικές λύσεις”, εξηγούσε ο Paul Achleitner, πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου της Deutsche Bank, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Welt am Sonntag νωρίτερα αυτό το μήνα.
Έχοντας παραχώρησε μερίδιο αγοράς στα ίδια κεφάλαια και την αναδοχή ομολόγων στις αμερικανικές ανταγωνίστριές τους τα τελευταία χρόνια, ήρθε η ώα για τις επενδυτικές τράπεζες της Ευρώπης να ξεθάψουν το ζωώδες ένστικτό τους. Οι πιο απότομες καμπύλες αποδόσεων θα βοηθήσουν και θα στηρίξουν την ανάκαμψή τους.