Μετά από μία δεκαετία κρίσης, οι Έλληνες τραπεζίτες είναι επιτέλους τολμηροί να πιστεύουν ότι – αυτή τη φορά – ο χρηματοπιστωτικός τομέας της χώρας έχει ξεκινήσει μια ανάκαμψη που διαρκεί.
Ενώ ο κλάδος στην Ευρώπη αγωνίζεται να αποκαταστήσει τις απώλειες του 2018, τα μερίδια των ελληνικών τραπεζών έχουν αυξηθεί φέτος κατά περίπου 50%. Και σύμφωνα με αναλυτές αυτό είναι μόνο η αρχή, όπως αναφέρει άρθρο του Euromoney.
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2020, οι ελληνικές τράπεζες πιστεύουν ότι θα επιτύχουν παρόμοιο ρυθμό απόδοσης των ιδίων κεφαλαίων όπως οι ευρωπαίοι. Σταδιακά, το ενδιαφέρον για τη χώρα και τις τράπεζές της αρχίζει να εξαπλώνεται πέρα από την κοινότητα των αμοιβαίων κεφαλαίων – και δεν είναι πλέον μόνο ο κίνδυνος που θέτει η Ελλάδα στη διεθνή οικονομία.
«Οι επενδυτές πιστεύουν ότι έχουμε ξεπεράσει το σκόπελο», λέει ο επικεφαλής επενδυτικών σχέσεων σε μία από τις τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες.
Το κρίσιμο στοιχείο φέτος είναι η ανανέωση των επιτοκίων στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Αυτό καθιστά τους επενδυτές πιο απελπισμένους για περιουσιακά στοιχεία υψηλότερης απόδοσης, στο βαθμό που ακόμη και οι κίνδυνοι που ενέχουν τα ελληνικά NPLs δεν μπορούν να περιορίσουν την ελκυστικότητα των αποδόσεων.
Καλά νέα
Μετά τις πρόσφατες μειώσεις επιτοκίων από Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τη Fed, τράπεζες της Ελλάδαςε έχουν έναν λόγο να χαμογελούν. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αποτελούν το 45% περίπου του συνόλου, επομένως η ζήτηση επενδυτών για το κακό χρέος τους είναι ζωτικής σημασίας.
Από τη μείωση επιτοκίου της ΕΚΤ τον Σεπτέμβριο, οι επενδυτές άρχισαν να πληρώνουν το προνόμιο να δανείζουν χρήματα τριών μηνών στην ελληνική κυβέρνηση. Αυτό έρχεται στην κορυφή της αυξανόμενης επιχειρηματικής εμπιστοσύνης σε τοπικό επίπεδο, μετά την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Πλέον, σύμφωνα με το Euromoney, τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία μοιάζουν τώρα με καταφύγιο της λαϊκιστικής παλίρροιας αλλού στην Ευρώπη – ειδικά σε σύγκριση με την Ιταλία, τον μεγαλύτερο ανταγωνιστή της Ελλάδας στην αγορά των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των προβληματικών τραπεζικών μετοχών.
Mάλιστα, το σχέδιο «Ηρακλής» πυροδότησε μια περαιτέρω αισιοδοξία. Σε μεγάλο βαθμό με βάση παρόμοιες κρατικές εγγυήσεις στην Ιταλία, η Ελλάδα έχει διαθέσει 9 δισεκατομμύρια ευρώ για την εκδοχή του νέου προγράμματος.
To γεγονός ότι πριν από λίγο καιρό έγινε πλήρης άρση των Capital Controls έδωσε μεγαλύτερη ώθηση στην ελληνική οικονομία και γενικότερα στο χρηματοπιστωτικό τομέα, ενώ σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, οι ελληνικές τράπεζες έχουν μειώσει το λειτουργικό κόστος και εμφανίζονται σε καλύτερη κατάσταση από τις ευρωπαϊκές.
Οι τράπεζες, όπως φαίνεται, αντλούν από το καλό μομέντουμ, ενώ η μεγαλύτερη αισιοδοξία δικαιολογείται καθώς τα επιχειρηματικά χαρτοφυλάκια φέρνουν αρκετά δισ. ευρώ, χάρη σε τομείς όπως ο τουρισμός και η ενέργεια.
Ωστόσο, η χώρα και ο χρηματοπιστωτικός τομέας απέχουν πολύ από την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης που χάθηκε κατά την τελευταία δεκαετία, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.