Τα θετικά σινιάλα από την υποχώρηση της ανεργίας καταγράφει η Eurobank σε ανάλυσή της για την ελληνική οικονομία.
Οπως αναφέρει η τράπεζα, σύμφωνα με τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία της μηνιαίας έρευνας εργατικού δυναμικού της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα παρέμεινε σταθερό στο 20,9% για 3ο συνεχή μήνα τον Νο
…
Τα θετικά σινιάλα από την υποχώρηση της ανεργίας καταγράφει η Eurobank σε ανάλυσή της για την ελληνική οικονομία.
Οπως αναφέρει η τράπεζα, σύμφωνα με τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία της μηνιαίας έρευνας εργατικού δυναμικού της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα παρέμεινε σταθερό στο 20,9% για 3ο συνεχή μήνα τον Νοέμβριο 2017 (κυρίως λόγω επιβράδυνσης της θετικής επίδρασης του τουρισμού).
Σε όρους μέσου όρου 12 μηνών διαμορφώθηκε στο 21,7% από 23,6% το αντίστοιχο χρονικό διάστημα πέρυσι. Για το σύνολο του έτους 2017 (μέσος όρος Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου 2017) ο λόγος των ανέργων ως προς το εργατικό δυναμικό αναμένεται να προσεγγίσει το 21,5%, δηλαδή 6,0 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα σε σύγκριση με το ιστορικό υψηλό του 27,5% το 2013.
Αποδεικνύεται, βάσει των προαναφερθέντων στοιχείων, ότι το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα το 2017 ήταν χαμηλότερο σε σύγκριση με τις αρχικές προβλέψεις. Επί παραδείγματι, η εκτίμηση στην εισηγητική έκθεση προϋπολογισμού 2017 (ΕΕΠ 2017) ήταν 22,6% (21,7% σύμφωνα με την ΕΕΠ 2018). Επιπρόσθετα, για το ίδιο έτος, η πρόβλεψη για τον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης αναθεωρήθηκε επί τα χείρω στο 1,6% (ΕΕΠ 2018) από 2,7% σύμφωνα με την ΕΕΠ 2017.
Το προαναφερθέν φαινομενικά παράδοξο αποτέλεσμα, δηλαδή της καλύτερης του αναμενομένου πορείας του ποσοστού ανεργίας και της χειρότερης του αναμενομένου πορείας του πραγματικού ΑΕΠ αποδεικνύει ότι: για την καλύτερη αξιολόγηση των τρεχουσών εξελίξεων στην αγορά εργασίας θα πρέπει, εκτός του ποσοστού ανεργίας, να παρακολουθούνται και να αξιολογούνται και άλλες μακροοικονομικές μεταβλητές όπως η απασχόληση (παράλληλα με τη σύνθεση της μεταβολής της) και πρωτίστως η παραγωγικότητα της εργασίας σε όρους απασχολούμενων ατόμων και σε όρους ωρών εργασίας.
Η απασχόληση ενισχύθηκε σε ετήσια βάση κατά 2,6% ή 94,1 χιλ άτομα τον Νοέμβριο 2017. Το αντίστοιχο μέγεθος για το σύνολο της περιόδου Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2017 (μέσος όρος 11 μηνών) ήταν 2,2% ή 79,4 χιλ άτομα.
Ο αριθμός των απασχολούμενων ανήλθε στα 3.761,5 χιλ άτομα τον Νοέμβριο 2017 (ιστορικό υψηλό: 4.610,7 χιλ άτομα τον Απρίλιο 2008) παρουσιάζοντας ετήσια ενίσχυση της τάξης του 2,6% ή 94,1 χιλ ατόμων. Για το σύνολο του 11μήνου Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2017, η μέση (ανά μήνα) ετήσια μεταβολή της απασχόλησης ήταν 2,2% ή 79,4 χιλ άτομα, προσεγγιστικά ίση με το αντίστοιχο μέγεθος πέρυσι.
Ο αριθμός των ανέργων διαμορφώθηκε στα 995,9 χιλ άτομα τον Νοέμβριο 2017 (ιστορικό χαμηλό: 362,9 χιλ άτομα τον Μάιο 2008) καταγράφοντας ετήσια μείωση -10,7% ή -119,4 χιλ άτομα. Η αντίστοιχη μέση ετήσια μεταβολή την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2017 ήταν -9,0% ή -102,0 χιλ άτομα (από -5,9% ή -70,9 χιλ άτομα πέρυσι).
Βάσει των προαναφερθέντων στοιχείων, το σύνολο του εργατικού δυναμικού, δηλαδή το άθροισμα των απασχολούμενων και των ανέργων, ήταν 4.757,4 χιλ άτομα τον Νοέμβριο 2017 (ιστορικό υψηλό: 5.051,3 χιλ άτομα τον Ιανουάριο 2010) από 4.782,6 χιλ άτομα τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι (-0,5% ή -25,3 χιλ άτομα). Τέλος, για το σύνολο της περιόδου Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2017, η μέση ετήσια μεταβολή του αριθμού των ατόμων που ανήκουν στο εργατικό δυναμικό διαμορφώθηκε στο -0,5% ή -22,6 χιλ άτομα (από 0,2% ή 7,8 χιλ άτομα πέρυσι).
Παρά την πτώση των τελευταίων 4 ετών, το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα παρουσιάζει μεγάλη θετική απόκλιση από τα αντίστοιχα μεγέθη στην ΕΕ-28 και την Ευρωζώνη.
Ως γνωστόν, τα τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία έχει το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 28 κρατών μελών (ΕΕ-28). Η εν λόγω αρνητική πρωτιά, αποτέλεσμα της μεγάλης ύφεσης της περιόδου 2007-2013 και της στασιμότητας των ετών 2014, 2015 και 2016, αναμένεται να διατηρηθεί για κάποια χρόνια ακόμα. Επιπρόσθετα, η Ελλάδα και η Ισπανία είναι οι δύο οικονομίες που παρουσιάζουν υψηλή θετική απόκλιση σε σύγκριση με το ποσοστό ανεργίας στην ΕΕ-28 και την Ευρωζώνη.
Η Ελλάδα αποκλίνει κατά 13,6 ποσοστιαίες μονάδες (ΠΜ) σε σχέση με την ΕΕ-28 και κατά 12,2 ΠΜ σε σύγκριση με την Ευρωζώνη. Τα αντίστοιχα μεγέθη για την Ισπανία είναι 9,3 και 7,9 ΠΜ. Ακολουθεί η Ιταλία με σχετικά μικρότερες αποκλίσεις της τάξης των 3,6 και 2,2 ΠΜ αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Νοεμβρίου 2017 η κατάταξη των χωρών της ΕΕ-28 σε όρους καταγεγραμμένου ποσοστού ανεργίας είχε ως εξής (τα στοιχεία για το Ηνωμένο Βασίλειο αναφέρονται στον Οκτώβριο 2017): 1η Ελλάδα 20,9% (21,7% σε όρους μέσου 12 μηνών), 2η Ισπανία 16,6% (17,4%), 3η Ιταλία 10,9% (11,3%), 4η Κύπρος 10,9% (11,4%), 5η Κροατία 10,3% (11,3%), 6η Γαλλία 9,3% (9,6%), 7η Φινλανδία 8,7% (8,7%), 8η Λετονία 8,1% (8,8%), 9η Πορτογαλία 8,1% (9,2%), 10η Σλοβακία 7,5% (8,2%), 11η Λιθουανία 7,0% (7,3%), 12η Βέλγιο 6,7% (7,2%), 13η Ιρλανδία 6,4% (6,8%), 14η Σλοβενία 6,4% (6,9%), 15η Σουηδία 6,4% (6,7%), 16η Βουλγαρία 6,2% (6,3%), 17η Δανία 5,5% (5,8%), 18η Λουξεμβούργο 5,5% (5,8%), 19η Εσθονία 5,4% (5,9%), 20η Αυστρία 5,4% (5,5%), 21η Ρουμανία 4,7% (5,1%), 22η Πολωνία 4,5% (5,0%), 23η Ολλανδία 4,4% (4,9%), 24η Ηνωμένο Βασίλειο 4,3% (4,4%), 25η Ουγγαρία 3,9% (4,2%), 26η Γερμανία 3,7% (3,8%), 27η Μάλτα 3,6% (4,0%) και 28η Τσεχία 2,4% (3,0%). Τα αντίστοιχα μεγέθη για την ΕΕ-28 και την Ευρωζώνη ήταν της τάξης του 7,3% (7,7%) και 8,7% (9,2%).
Τέλος, σε ότι αφορά τo ποσοστό ανεργίας άλλων χωρών που δεν ανήκουν στην ΕΕ-28, τα μεγέθη είχαν ως εξής τον Νοέμβριο 2017 (τα στοιχεία για την Τουρκία αναφέρονται στον Οκτώβριο 2017): Τουρκία 10,5% (11,3% σε όρους μέσου 12 μηνών) Νορβηγία 4,1% (4,2%), ΗΠΑ 4,1% (4,4%), Ισλανδία 2,9% (2,9%) και Ιαπωνία 2,7% (2,9%).