Περίπου 800 άτομα που εργάζονται σήμερα στην εσωτερική διεύθυνση της Alpha Bank για τη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (Non performing exposures, NPEs) προβλέπεται να μεταφερθούν στη νέα CEPAL, μετά την υπογραφή σύμβασης 10ετούς ανάθεσης διαχείρισης του συνόλου των NPEs της τράπεζας.
Αυτό προβλέπει το πλάνο μετασχηματισμού και ταχύτερης μείωσης των NPEs που ανέπτυξε σήμερα διεξοδικά σε εκπροσώπους του Τύπου η διοίκηση της τράπεζας.
Το πλάνο στηρίζεται, αντιγράφοντας το μοντέλο της Eurobank, (link) στους εξής τρεις πυλώνες:
-Τιτλοποίηση κυρίως καταγγελμένων δανείων ονομαστικής αξίας ως 12 δισ. ευρώ
-Πώληση του πλειοψηφικού πακέτου της νέας CEPAL, αφού προηγηθεί η εξαγορά του 60% του μετοχικού της κεφαλαίου από την Centerbridge, η μεταφορά προσωπικού των 800 εργαζομένων της Alpha Bank και η υπογραφή σύμβασης διαχείρισης μεταξύ CEPAL και Alpha για το σύνολο των εν Ελλάδι NPEs.
-Ο εταιρικός μετασχηματισμός της τράπεζας, με μετατροπή της εισηγμένης σε holding, απόσχιση και εισφορά του συνόλου σχεδόν των βασικών τραπεζικών δραστηριοτήτων, σε μια νέα τραπεζική θυγατρική (νέα Alpha Bank).
Οι περίπου 800 εργαζόμενοι της Alpha θα μεταφερθούν στη νέα CEPAL με κατοχυρωμένα τα εργασιακά και ασφαλιστικά τους δικαιώματα, και σε εναρμόνιση με τη σχετική ευρωπαϊκή οδηγία.
Από τη μεταφορά και την ανάθεση διαχείρισης του συνόλου των NPEs της CEPAL εκτιμάται ότι θα υπάρξει εξοικονόμηση κόστους σε βάθος τριετίας, ύψους 35 εκατ. ευρώ.
Αλλα 35 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση προκύπτουν από την αποχώρηση περισσότερων από 800 άτομα που έκαναν χρήση του πρόσφατου προγράμματος εθελουσίας ενώ εξοικονόμηση της τάξης των 50 εκατ. ευρώ θα επέλθει ως το 2022 από την περαιτέρω μείωση του δικτύου στα 350 καταστήματα, την υιοθέτηση νέου πλαισίου διαχείρισης εξόδων, την ανάθεση σε εξωτερικούς συνεργάτες εργασιών στις οποίες η τράπεζα δεν είναι αποδοτική και από το σχεδιασμό διαδικασιών από μηδενική βάση.
Συνολικά, στο τέλος του 2022, με βάση το πλάνο, η τράπεζα θα έχει μειώσει τα κόστη της κατά 120 εκατ. ευρώ.
Η σύνθεση του Galaxy
To προς τιτλοποίηση χαρτοφυλάκιο δανείων μεικτής λογιστικής αξίας ως 12 δισ. ευρώ περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο δάνεια σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών (πάνω από το 75%), εκ των οποίων τα μισά προέρχονται από χορηγήσεις προς επιχειρήσεις και τα άλλα μισά από στεγαστικά και δάνεια μικρών επιχειρήσεων με ενέχυρο ακίνητα.
Το 64% των δανείων λιανικής που περιλαμβάνει το χαρτοφυλάκιο είναι καταγγελμένα, όπως και το 44% των επιχειρηματικών δανείων.
Επίσης, ως αποτέλεσμα της παραπάνω σύνθεσης, με την ολοκλήρωση της τιτλοποίησης, τα καταγγελμένα δάνεια της τράπεζας θα μειωθούν κατά 75% ενώ θα υπάγονται στο νόμο Κατσέλη κατά 84%.
Οι επενδυτές θα κληθούν να υποβάλλουν προσφορές για την αγορά ως του 95% των τίτλων ενδιάμεσης και χαμηλής διαβάθμισης της τιτλοποίησης, με την τράπεζα να διατηρεί το υπόλοιπο 5%, όπως και το σύνολο των τίτλων πρώτης διαβάθμισης, για τους οποίους θα αιτηθεί αίτηση στο σχέδιο Ηρακλής, λαμβάνοντας εγγυήσεις ύψους ως 3,7 δισ. ευρώ.
Η διοίκηση της τράπεζας, ερωτώμενη για το αν έχει οριστικοποιηθεί από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) η αποδοχή των τίτλων πρώτης διαβάθμισης ως μηδενικού ρίσκου, απάντησε ότι δεν υπάρχει ακόμη επίσημη ενημέρωση, η αντίληψη όμως που υπάρχει έγκειται στο ότι βρισκόμαστε σε καλό δρόμο για να επιλυθεί το θέμα. Η διοίκηση της τράπεζας διευκρίνισε πάντως ότι σε περίπτωση που δεν αναγνωριστεί μηδενικό ρίσκο, αλλάζουν όλα τα δεδομένα της συναλλαγής.
Η κεφαλαιακή επίπτωση από τη συναλλαγή, μετά και το τίμημα από την πώληση του πλειοψηφικού πακέτου της νέας CEPAL, καθώς και το όφελος από τη μείωση του σταθμισμένου ενεργητικού, εφόσον οι τίτλοι πρώτης διαβάθμισης αναγνωριστούν με μηδενικό συντελεστή κάλυψης, δεν θα ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε 350 μονάδες βάσης επί των υφιστάμενων εποπτικών κεφαλαίων.
Σύμφωνα με την τράπεζα, ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας θα μείνει μετά τη συναλλαγή πάνω από την ελάχιστη εποπτική απαίτηση (13,75% για το 2019, 14% για το 2020) και επομένως η τράπεζα διαθέτει την απαραίτητη ευχέρεια να επιλέξει το χρόνο και τις συνθήκες για έκδοση συμπληρωματικών κεφαλαίων (ομόλογο μειωμένης εξασφάλισης Tier II ως 800 εκατ. ευρώ).
Οι συνθήκες είναι καλές, σύμφωνα με τον CEO της τράπεζας, κ. Β. Ψάλτη, και η έκδοση μπορεί να προχωρήσει ανά πάσα στιγμή, με στόχο να έχει διενεργηθεί πριν την ολοκλήρωση της συναλλαγής τιτλοποίησης, εντός δηλαδή του 2020.
Σημειώνεται ότι όπως αποκάλυψε η διοίκηση της Alpha, έχει υπογραφεί ήδη προσύμφωνο με τη Centerbridge για την εξαγορά του 60% της CEPAL χωρίς να διευκρινίζεται το ποσό του τιμήματος.