Ο πολιτικός ηγέτης της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγια, ο οποίος δολοφονήθηκε τα ξημερώματα της Τετάρτης στην Τεχεράνη του Ιράν, όπου βρισκόταν ως προσκεκλημμένος στις εκδηλώσεις για την ανάληψη των καθηκόντων του νέου προέδρου της χώρας, Μασούντ Πεζεσκιάν, είχε γεννηθεί τον Ιανουάριο του 1962 σε παλαιστινιακό προσφυγικό καταυλισμό στην τότε ελεγχόμενη από την Αίγυπτο Λωρίδα της Γάζας.
Ως νέος, ο Χανίγια ήταν ακτιβιστής φοιτητής στο Ισλαμικό Πανεπιστήμιο στη Γάζα. Εντάχθηκε στη Χαμάς όταν η οργάνωση δημιουργήθηκε κατά την Πρώτη Παλαιστινιακή Ιντιφάντα (εξέγερση) το 1987. Συνελήφθη τότε από τις ισραηλινές αρχές και εξορίστηκε για λίγο διάστημα.
Ο Χανίγια έγινε προστατευόμενος του ιδρυτή της Χαμάς, Σεΐχη Αχμάντ Γιασίν, ο οποίος, όπως και η οικογένεια του Χανίγιε, ήταν πρόσφυγας από το χωριό Αλ Τζούρα, που βρίσκεται κοντά στην ισραηλινή πόλη Ασκελόν.
Το 1994, ο Χανίγια δήλωνε στο Reuters ότι ο Γιασίν ήταν πρότυπο για τους νέους Παλαιστίνιους, λέγοντας: “Μάθαμε από αυτόν την αγάπη για το Ισλάμ και τη θυσία για το Ισλάμ, να μην υποκύπτουμε σε αυτούς τους τυράννους και δεσπότες”.
Μέχρι το 2003, ήταν έμπιστος βοηθός του Γιασίν, έχοντας φωτογραφηθεί στο σπίτι του Γιασίν στη Γάζα να κρατά ένα τηλέφωνο στο αφτί του παράλυτου ιδρυτή της Χαμάς, ώστε να μπορεί να συμμετέχει σε μια συνομιλία. Ο Γιασίν δολοφονήθηκε από το Ισραήλ το 2004.
Ο Χανίγια ήταν ένας από τους πρώτους υποστηρικτές της συμμετοχής της Χαμάς στην πολιτική ζωή της Παλαιστίνης. Το 1994, είχε δηλώσει ότι η δημιουργία ενός πολιτικού κόμματος “θα επέτρεπε στη Χαμάς να αντιμετωπίζει τις αναδυόμενες εξελίξεις”.
Αρχικά, η ηγεσία της Χαμάς τον αγνοούσε, αργότερα ωστόσο αναδείχθηκε σε ηγετικό στέλεχος της οργάνωσης και έγινε πρωθυπουργός της Παλαιστίνης αφότου η οργάνωση κέρδισε τις παλαιστινιακές βουλευτικές εκλογές το 2006, έναν χρόνο μετά την αποχώρηση του ισραηλινού στρατού από τη Γάζα.
Η Χαμάς ανέλαβε τον πλήρη έλεγχο της Γάζας το 2007 με δικτατορικά μέσα, εξοντώνοντας τους πολιτικούς αντιπάλους της, κυρίως εκείνους της κοσμικής παλαιστινιακής Φατάχ.
Το 2012, όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφους του Reuters αν η Χαμάς είχε εγκαταλείψει τον ένοπλο αγώνα, ο Χανίγιε απάντησε “φυσικά και όχι”, συμπληρώνοντας ότι η αντίσταση θα συνεχιζόταν “με όλες τις μορφές – λαϊκή αντίσταση, πολιτική, διπλωματική και στρατιωτική αντίσταση”.