Οι υποστηρικτές της ευρωπαϊκής ενοποίησης συνηθίζουν να αποκαλούν την ΕΕ, και μερικές φορές την ευρωζώνη, σαν να είναι συνώνυμη με την Ευρώπη. Στο ζενίθ της κρίσης χρέους και τραπεζών στην ευρωζώνη, η Άνγκελα Μέρκελ, η καγκελάριος της Γερμανίας, επιβεβαίωσε: «Αν αποτύχει το ευρώ, θα αποτύχει η Ευρώπη».
Με τον ίδιο τρόπο, ο Εμανουέλ Μακρόν, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος της Γαλλίας, σύγχυσε την ευρωζώνη, την ΕΕ και την Ευρώπη στον λόγο του για την ευρωπαϊκή ενοποίηση τον Ιανουάριο, στο πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου.
Αυτά τα σημεία αξίζει κανείς να τα έχει στο μυαλό του μετά από μια εβδομάδα όπου η «Μακρομανία», εμπεριέχοντας τις ελπίδες μιας νέας αυγής στην Ευρώπη, κατέβαλε πολλές πρωτεύουσες της ΕΕ. Ωστόσο, σε ότι αφορά την προσέγγισή τους στον δηλωμένο στόχο της στενότερης ένωσης, τα κράτη που θα συμμετέχουν θα καταλαμβάνουν, τα επόμενα χρόνια, έναν πολιτικό, οικονομικό και νομικό χώρο διαφορετικό από τη γεωγραφική Ευρώπη.
Ακόμη και η «ολόκληρη και ελεύθερη Ευρώπη» για την οποία μιλούσε ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος το 1989, φαίνεται να είναι απρόσιτη. Μεγάλο μέρος της εξήγησης κρύβεται στα γεωπολιτικά σοκ που έχουν χτυπήσει την ήπειρο τα τελευταία τρία χρόνια.
Η Ευρώπη οδεύει προς τη συρρίκνωσή της, όχι πολιτισμικά αλλά πολιτικά, καταλήγοντας σε μια περιοχή με πυρήνα την αυτοκρατορία των Καρολιδών πριν από 1.200 χρόνια. Για να κατανοήσουμε γιατί, ας δούμε τα πρόσφατα γεγονότα στην Τουρκία, τα Βαλκάνια, το Ηνωμένο Βασίλειο και, ξεκινώντας, τη Ρωσία. Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο μεταρρυθμιστής Σοβιετικός ηγέτης, συνήθιζε να μιλά για «το κοινό μας ευρωπαϊκό σπίτι», μια συναρπαστική εικόνα που επικαλούταν τις κοινές ρίζες του ευρωπαϊκού πολιτισμού και προέβλεψε το τέλος της στρατιωτικής σύγκρουσης ανατολής και δύσης.
Αναμφίβολα, η Ρωσία ανήκει στον ευρωπαϊκό πολιτισμό, όμως το όραμα του κ. Γκορμπατσόφ τη δεκαετία του 1980, τώρα αποτελεί ερείπιο. Η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, η ένοπλη παρέμβασή της στην ανατολική Ουκρανία και η δυτική αντίδραση – οικονομικές κυρώσεις και αυξημένη παρουσία του ΝΑΤΟ στην ανατολική Ευρώπη – περιπαίζουν την ιδέα πως η Ρωσία μοιράζεται ένα κοινό σπίτι με την Ουκρανία, πόσο μάλλον με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Το χάσμα που χωρίζει τη Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν από τους δυτικούς γείτονές του, ωστόσο, είναι πιο θεμελιώδες. Φτάνει ως αυτό που οι ευρωπαίοι θεωρούν ως ριζικές αξίες της δημοκρατίας, τα πολιτικά δικαιώματα και τους κανόνες δικαίου. Είναι αδύνατον να φανταστούμε πώς θα μπορούσε να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα όσο ο απολυταρχισμός και η κλεπτοκρατία παραμένουν πυλώνες της προεδρίας του κ. Πούτιν.
Μιλώντας μεταφορικά, μια παρόμοια απόσταση μεγαλώνει ανάμεσα στην Τουρκία και την Ευρώπη. Επί σχεδόν έναν αιώνα μετά τη δημιουργία της σύγχρονης δημοκρατίας από τον Κεμάλ Ατατούρκ το 1923, η Τουρκία ακολουθούσε μια πορεία εκσυγχρονισμού, δυτικοποίησης και εκκοσμίκευσης. Από τη δεκαετία του 1980 αυτό εξελίχθηκε, με την ενθάρρυνση της ΕΕ, σε περισσότερο δημοκρατικές μορφές διακυβέρνησης που περιόρισαν την εξουσία των ένοπλων δυνάμεων. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις άνοιξαν την πόρτα για την Τουρκία να ξεκινήσει συζητήσεις για ένταξή της στην ΕΕ το 2005.
Ωστόσο, η ευρωπαϊκή κατεύθυνση της Ευρώπης έχει σταματήσει, και μάλιστα ανατραπεί, ως αποτέλεσμα της στροφής του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε έναν δεσποτισμό σαν αυτόν του Πύτιν. Σοβαρές αμφιβολίες περικλείουν τη νομιμότητα του δημοψηφίσματος που διεξήγαγε ο κ. Ερντογάν τον περασμένο μήνα για να ενισχύσει την προεδρική του εξουσία. Το μεγαλύτερο σημείο είναι ότι ο εμπνευσμένος από την ΕΕ εκδημοκρατισμός και η οικονομική πρόοδος έχουν στην πραγματικότητα λειτουργήσει, με την πάροδο του χρόνου, ως ενίσχυση του πολιτικού Ισλάμ του κ. Ερντογάν.
Πολλοί ευρωπαίοι πολιτικοί δεν ήταν ποτέ ειλικρινείς για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. Ωστόσο, οι περισσότεροι ήθελαν να προωθήσουν μια εσωτερική πολιτική μεταρρύθμιση στην Τουρκία. Αυτό που πέτυχαν, παραδόξως, ήταν να δημιουργήσουν έναν δημοκρατικά εκλεγμένο, νεο-ισλαμιστή ηγέτη, που παρασέρνει την Τουρκία μακριά από την ΕΕ και τις αξίες της.
Μεγάλο μέρος και των Βαλκανίων κινδυνεύει να βρεθεί εκτός της περιοχής που οι μελλοντικοί ηγέτες της ΕΕ ή της ευρωζώνης θα εννοούν όταν θα λένε «Ευρώπη». Επί της αρχής, οι πόρτες της ΕΕ είναι ανοιχτές για την Αλβανία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, την ΠΓΔΜ, η Σερβία και άλλους. Στην πράξη, η «ζάλη διεύρυνσης» καταβάλει τη δυτική Ευρώπη. Ο πήχης για την είσοδο στην ΕΕ έχει τεθεί σχετικά ψηλά. Οι αναδυόμενες εθνικές εντάσεις ανάμεσα στη Βοσνία και την ΠΓΔΜ, η επάνοδος απολυταρχικής κυβέρνησης στη Σερβία, και το πρόβλημα της περιοχής με τη διαφθορά και το οργανωμένο έγκλημα, μέρους αυτού συνδέεται με τη Ρωσία, μπορεί να καταδικάσει τα Βαλκάνια να παραμείνουν εκτός του μαγικού κύκλου της ΕΕ.
Ένας άλλος παράγοντας που συρρικνώνει την Ευρώπη είναι το Brexit. Με μιας, η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ θα στερήσει από την ένωση μία από τις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της, μία από τις δύο πιο σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις της και σχεδόν 13% από τα 510 εκατομμύρια πληθυσμού της. Η άλλη πλευρά του νομίσματος του Brexit είναι πως η Γερμανία και η Γαλλία θα αποκτήσουν μεγαλύτερο βάρος συγκριτικά με μικρότερα κράτη της ΕΕ.
Χώρες όπως η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Ρουμανία το γνωρίζουν καλά. Φοβούνται πως οποιοδήποτε μέλος της ΕΕ που δεν ανήκει στο ευρώ, με ευαισθησίες για την κυριαρχία του και σκεπτικισμό για της κυριαρχίες της ΕΕ για την άμυνα με τη μετανάστευση, μπορεί να βρεθεί έξω από μια αυτοεπιλεγμένη ομάδα με επικεφαλής τη Γαλλία και τη Γερμανία. Αυτός είναι ο λόγος που υπάρχει τόση αντιπαράθεση γύρω από τις προτάσεις για μια «Ευρώπη πολλών ταχυτήτων» που θα φέρει ένα νέο αίσθημα σκοπού στην ΕΕ.
Ο Ζαν Μονέ, ένας από τους ιδρυτές της ΕΕ, προέβλεψε πως η Ευρώπη θα σφυρηλατηθεί μέσα από κρίσεις. Μπορεί ακόμη να αποδειχθεί πως είχε δίκιο – εάν όμως γίνει έτσι, αυτή θα είναι μια μικρότερη Ευρώπη από αυτήν που βλέπουμε όταν κοιτάζουμε έναν χάρτη.