Υπό τη στενή παρακολούθηση των τραπεζών βρίσκονται οι ρυθμίσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων που συνοδεύονται από άφεση χρέους, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος εκμετάλλευσης από στρατηγικούς κακοπληρωτές.
Καθώς οι ρυθμίσεις με “κούρεμα” οφειλής επεκτείνονται πλέον και στα στεγαστικά δάνεια, και μάλιστα με ετήσιο όφελος για τον δανειολήπτη (forgive as you pay) ώστε να του παρέχεται ισχυρό κίνητρο να παραμείνει συνεπής στην αποπληρωμή του δανείου, ο ηθικός κίνδυνος (moral hazard) γίνεται μεγαλύτερος για τις τράπεζες. Στο πλαίσιο αυτό, μέσω εσωτερικών τους μελετών, προσπαθούν να ανιχνεύσουν συμπεριφορές και πρακτικές δανειοληπτών που θα τις βοηθήσουν να αποφύγουν χαριστικά “κουρέματα”.
Οι μελέτες των τραπεζών δείχνουν καταρχάς ότι ένα ποσοστό 72% από τα ρυθμισμένα δάνεια που θα καταστούν εκ νέου μη εξυπηρετούμενα, θα “σκάσουν” εντός τριμήνου από τη ρύθμισή τους. Αντιστοίχως, ποσοστό 96% των ρυθμίσεων θα “σκάσουν” στο εξάμηνο και 98% στο εννεάμηνο.
Παράλληλα, στο διάστημα του ενός έτους στο οποίο ένα δάνειο μπαίνει για παρακολούθηση, μέχρι να μπει ακολούθως στον προθάλαμο του να καταταγεί εκ νέου στα εξυπηρετούμενα, οι τράπεζες διαπιστώνουν ότι η πιθανότητα redefault αυξάνει, όσο περισσότερο ο πελάτης “χαλαρώνει” με την πληρωμή των δόσεων. Ένας πελάτης που δεν καθυστερεί την καταβολή των δόσεών του, έχει 1 φορά πιθανότητα να ξαναγίνει “κόκκινος” εντός δωδεκαμήνου από τη ρύθμιση του δανείου. Αν ο πελάτης καθυστερήσει μία δόση, οι πιθανότητες redefault εντός έτους από τη ρύθμιση, ανεβαίνουν στις 2,2 φορές. Η καθυστέρηση 2 δόσεων ανεβάζει την πιθανότητα redefault σε 3,7 φορές και η καθυστέρηση 3 δόσεων σε 4,5 φορές. Τι δείχνει αυτό; Ότι οι τράπεζες δεν πρέπει να αφήνουν χαλαρό τον δανειολήπτη ύστερα από τη ρύθμιση ενός δανείου, αλλά αντιθέτως να τον παρακινούν ώστε να παραμένει συνεπής στην τήρησή της.
Καθώς οι νέας γενιάς ρυθμίσεις συνοδεύονται από άφεση χρέους, το ζητούμενο για τις τράπεζες είναι η άφεση αυτή να μην δοθεί σε στρατηγικούς κακοπληρωτές.
Προς αυτή την κατεύθυνση, οι τράπεζες παρακολουθούν κάθε ίχνος των δανειοληπτών, οι οποίοι δεν εμφανίζονται στο τηλέφωνο όταν η τράπεζα τους αναζητά για να διευθετήσουν την οφειλή τους. Η παρακολούθηση αυτή δεν αφορά μόνο την ανίχνευση της παρουσίας του οφειλέτη μέσω των κοινωνικών δικτύων ή των χαρτών της google. Αφορά ακόμη και την παρακολούθηση της εμφάνισής του – φυσικής ή ηλεκτρονικής – στην τράπεζα. Έτσι, έχει παρατηρηθεί ότι δανειολήπτες οι οποίοι κρύβονται από την τράπεζα για 12 ή και 24 μήνες, έχουν στο διάστημα αυτό επισκεφθεί κατάστημα, ΑΤΜ ή APS της τράπεζας 12 – 24 φορές (ποσοστό 34%), 3 φορές (29%), 6 – 12 φορές (21%) και 3 – 6 φορές (16%).
Όλη αυτή η παρακολούθηση από πλευράς τραπεζών βοηθάει τις τράπεζες ώστε να βρουν τις κατάλληλες ρυθμίσεις για συνεργάσιμους δανειολήπτες και τις κατάλληλες νομικές δράσεις για στρατηγικούς κακοπληρωτές. Σημειώνεται ότι για να μειώσουν παράλληλα το κόστος της συλλογής οφειλομένων (collections), οι τράπεζες καταγράφουν το “προφίλ” πληρωμών του οφειλέτη. Έτσι, π.χ. αποφεύγουν να τηλεφωνούν συνέχεια σε έναν οφειλέτη όταν διαπιστώνουν ότι αυτός έχει συγκεκριμένη ημερομηνία που πληρώνει τη δόση του δανείου του ή χρησιμοποιούν πιο φθηνή μέθοδο επικοινωνίας (sms) με δανειολήπτες που είναι πιο “πειθαρχημένοι” στην καταβολή των πληρωμών τους. Όπως προκύπτει από εσωτερικές έρευνες των τραπεζών για τη συλλογή οφειλών, από τους πελάτες που πλήρωσαν τη δόση του δανείου τους, ένα ποσοστό 38% δεν είχε καν προσεγγισθεί από την τράπεζα. Η τράπεζα είχε επικοινωνήσει με ποσοστό 21% των δανειοληπτών, ενώ κατά την επικοινωνία του με την τράπεζα, ένα ποσοστό 42% των δανειοληπτών είχε υποσχεθεί ότι θα πληρώσει τη δόση.