Ένας αγώνας εξουσίας έχει θέσει τρία από τα σημαντικότερα θεσμικά όργανα της Ευρώπης το ένα εναντίον του άλλου. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο παλεύουν για το πώς οι τράπεζες πρέπει να αντιμετωπίζουν τα επισφαλή δάνεια.
Η ΕΚΤ έχει λάβει την πιο σκληρή στάση, αλλά και την πιο κατάλληλη για το πρόβλημα. Εάν οι πολιτικοί θέλουν να περιορίσουν τον κίνδυνο μιας νέας τραπεζικής κρίσης, θα πρέπει να αφήσουν τους επόπτες να κάνουν το δικό τους.
Το εποπτικό σκέλος της ΕΚΤ ξεκίνησε δημόσια διαβούλευση σχετικά με τις νέες κατευθυντήριες γραμμές για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Οι εποπτικές αρχές επιδιώκουν την εξουσία να απαιτούν, από την εισαγωγή των κανόνων, οι δανειστές να αφήνουν στην άκρη το 100 τοις εκατό της αξίας των δανείων που χάνουν στο μέλλον. Αυτό μοιάζει πολύ, αλλά οι τράπεζες θα έχουν επτά χρόνια να προβλέψουν για εξασφαλισμένα δάνεια και δύο χρόνια για ακάλυπτα χρέη. Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές δε θα ισχύουν για το τρέχον απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο θα συνεχίσει να αντιμετωπίζεται σύμφωνα με το υφιστάμενο πλαίσιο.
Οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ αντιμετωπίζουν τα επισφαλή δάνεια από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και την επακόλουθη κρίση δημόσιου χρέους. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειώθηκαν τώρα στα 830 δισεκατομμύρια ευρώ από 1,06 τρισεκατομμύρια ευρώ, αλλά παραμένουν αποσταθεροποιητική δύναμη: οι επενδυτές είναι αβέβαιοι για την ποιότητα των δανειακών βιβλίων των ευρωπαίων δανειστών, πράγμα που εξηγεί γιατί οι αποτιμήσεις τους είναι χαμηλότερες από τους ανταγωνιστές τους στις ΗΠΑ.
Η κεντρική τράπεζα θέλει να διασφαλίσει ότι οι τράπεζες θα βρίσκονται σε υγιή βάση όταν χτυπήσει η επόμενη κρίση. Αυτό ίσως να μην είναι επείγον τώρα, αλλά η συγκυρία δεν μπορεί να είναι καλύτερη: η οικονομία της ευρωζώνης ανακάμπτει και οι τράπεζες βρίσκονται σε ισχυρή θέση για να αρχίσουν να προετοιμάζονται για μια μελλοντική ύφεση. Είναι αλήθεια ότι ορισμένες επιχειρήσεις και οικογένειες μπορεί να στερηθούν πίστωσης ως αποτέλεσμα της νέας προσέγγισης. Αλλά δεν υπάρχει τίποτα κακό σε έναν επόπτη που απαιτεί καλύτερα πρότυπα αναδοχής, ιδιαίτερα όταν η οικονομία πηγαίνει καλά. Ένα σύστημα ασφαλέστερης χορήγησης δανείων είναι επίσης μια προϋπόθεση για να διασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη είναι πρόθυμα να προχωρήσουν προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης κατανομής των τραπεζικών κινδύνων, για παράδειγμα με τη δημιουργία κοινού συστήματος ασφάλισης καταθέσεων.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επικρίνουν την πρόταση, φαινομενικά για νομικούς λόγους. Πιστεύουν ότι η ΕΚΤ υπερβαίνει την εντολή της, γράφοντας κανόνες αντί να τους εφαρμόζει απλά. Οι Ιταλοί αξιωματούχοι ανησυχούν ιδιαίτερα, δεδομένου του υψηλού δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων της Ιταλίας και της πολιτικής ευαισθησίας του θέματος. Εν τω μεταξύ, η Ευρωπαϊκή Κομισιόν ξεκίνησε πρόσφατα μια διαβούλευση σχετικά με ορισμένους από τους τομείς τους οποίους η ΕΚΤ έχει εξετάσει στις νέες κατευθυντήριες γραμμές.
Η ΕΚΤ έχει αναγνωρίσει την ανάγκη αντιμετώπισης των ενστάσεων, αλλά δε θα πρέπει να υποχωρήσει. Αν και συχνά παρουσιάζονται ως ανησυχία για τεχνικές λεπτομέρειες, οι αντιρρήσεις είναι πολιτικές και θεσμικές. Δεν μπορούν να εκτιμήσουν το πνεύμα της καθοδήγησης της ΕΚΤ ή τη σημασία της χρονικής στιγμής.
Οι εποπτικές αρχές θα χρησιμοποιούν μόνο τις νέες κατευθυντήριες γραμμές ως ρυθμιστικό σύστημα ασφαλείας, προκειμένου να αναγκάσουν το χέρι των δανειστών που είναι απρόθυμοι να αναλάβουν δράση για τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Οι τράπεζες που επιλέγουν να μη συμμορφωθούν με τους κανόνες θα πρέπει να εξηγήσουν γιατί επέλεξαν διαφορετικά. Μόνο εάν οι εξηγήσεις αυτές είναι ανεπαρκείς, οι επόπτες θα αναλάβουν δράση.
Οι κανόνες της ΕΚΤ θα εξασφάλιζαν ότι οι εποπτικές αρχές είναι δίκαιες και διαφανείς όσον αφορά το τι περιμένουν από τις τράπεζες. Η ΕΚΤ θα μπορούσε να κατηγορηθεί ότι είναι αυθαίρετη αν δεν ήταν ανοικτή για τα προληπτικά της πρότυπα. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στη ζώνη του ευρώ, όπου οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν ότι οι εποπτικές αρχές δεν ευνοούν τους δανειστές μιας δεδομένης χώρας έναντι άλλης.
Η Ευρωπαϊκή Κομισιόν θα πρέπει να συνεχίσει τη διαβούλευση της, φυσικά, η οποία θα δώσει στη δράση της ΕΚΤ την πλήρη εξουσία ενός νόμου. Οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ των δύο σχεδίων μπορεί να αντιμετωπιστεί με την πάροδο του χρόνου. Εν τω μεταξύ, οι εποπτικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να εφαρμόσουν γρήγορα τις νέες κατευθυντήριες γραμμές: μπορεί να χρειαστούν μήνες για να συμφωνηθεί ένας νέος κανονισμός. Ο κίνδυνος είναι ότι η οικονομία επιβραδύνει προτού συμβεί αυτό, αναγκάζοντας την ΕΚΤ να σφίξει τη ρυθμιστική βίδα όταν οι τράπεζες είναι πολύ πιο αδύναμες.
Η ζώνη του ευρώ σημείωσε σημαντική πρόοδο όσον αφορά τον χειρισμό του σωρού των επισφαλών δανείων, αλλά θα χρειαστεί ακόμα χρόνος για την πλήρη επίλυση αυτού του ζητήματος. Η ΕΚΤ έχει δίκιο να αναζητεί τρόπους για να αποτρέψει αυτό το πρόβλημα να ξανασυμβεί. Οι πολιτικοί πρέπει να στηρίξουν τις προσπάθειές της, όχι να τους αντιταχθούν.