Η Morgan Stanley επισημαίνει ότι οι ελληνικές τράπεζες σημείωσαν πτώση 17% την τελευταία εβδομάδα και πλέον εκτιμά ότι η αγορά τιμολογεί σε αυτά τα επίπεδα τιμών μια «κανονικοποιημένη» αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων (ROE) για το 2027 κοντά στο 8% με 11,5%, έναντι 11% με 15% στο βασικό σενάριο του οίκου. Οι συστάσεις της αμερικανικής τράπεζας διατηρούνται σε υπεραπόδοση για τις Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς και ουδέτερες για τις Eurobank και Εθνική Τράπεζα.
Με τις αβεβαιότητες να επιβαρύνουν τον κλάδο, η ανάλυση της αμερικανικής ενσωματώνει:
- χαμηλότερα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης το 2026-2027 (1% το επιτόκιο της ΕΚΤ),
- χαμηλότερη αύξηση των δανείων κατά μια φορά επί το ονομαστικό ΑΕΠ (50% έναντι του βασικού σεναρίου),
- 50% χαμηλότερη αύξηση των προμηθειών (4% με 4,5%)
- 10 μονάδες βάσης υψηλότερο κόστος κινδύνου (COR) έναντι του βασικού σεναρίου.
«Οι παραπάνω εκτιμήσεις μεταφράζονται σε μια μέση επίπτωση στα κέρδη ανά μετοχή της τάξης του 20% περίπου το 2027 στις τέσσερις τράπεζες. Αυτό είναι το σενάριο που αποτιμάται στα τρέχοντα επίπεδα για την Εθνική Τράπεζα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας.
Ωστόσο, βλέπουμε ένα πιο τιμωρητικό σενάριο είτε 15 έως 60 μ.β. υψηλότερο κόστος κινδύνου για τις άλλες τρεις ελληνικές τράπεζες, είτε εναλλακτικά, μια αύξηση των δανείων της τάξης του 2% έως -2% για τα έτη 2026-2027 (έναντι του βασικού μας σεναρίου για αύξηση 7% με 8%) με την Eurobank να προεξοφλεί το πιο αρνητικό σενάριο.
Το συνδυάζουμε αυτό με ένα υψηλότερο κόστος ιδίων κεφαλαίων κατά 50 μονάδες βάσης, το οποίο σημαίνει ότι στα τρέχοντα επίπεδα οι ελληνικές τράπεζες προεξοφλούν έναν κανονικοποιημένο δείκτη αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων (ROE) κοντά στο 8% με 11,5% το 2027 έναντι του τρέχοντος βασικού μας σεναρίου για αποδοτικότητα 11% με 15%», εξηγεί η αναλύτρια του οίκου.
«Οι αποτιμήσεις για τις ελληνικές τράπεζες, στα τρέχοντα επίπεδα, είναι φθηνές. Οι πολλαπλασιαστές αποτίμησης για τις ελληνικές τράπεζες δίνουν ένα μέσο δείκτη κερδών P/E του 2026 της τάξης των 5,6 φορών και δείκτη ενσώματης λογιστικής αξίας στις 0,7 φορές (P/BV), τους οποίους τους χαρακτηρίζουμε φθηνούς. Ωστόσο, όπως σημειώθηκε από την ομάδα μας για τις τράπεζες της ΕΕ, η αβεβαιότητα είναι πιθανό να επιβαρύνει τον κλάδο. Ως εκ τούτου, παρέχουμε παρακάτω ευαισθησίες ως προς τα επιτόκια, την αύξηση των δανείων, την ποιότητα του ενεργητικού και το COE για τις ελληνικές τράπεζες:
- Με τα επιτόκια της ΕΚΤ κάτω του 1,5%, η ευαισθησία του καθαρού εισοδήματος για κάθε μείωση 50 μ.β. είναι της τάξεως του 7%-9%.
- Αρνητική επίπτωση 0,6% στα κέρδη για κάθε 1% χαμηλότερη αύξηση των δανείων.
- Κάθε 10 μ.β. υψηλότερο κόστος κινδύνου έχει κατά μέσο όρο 3% αντίκτυπο στα καθαρά κέρδη του 2026.
- Κάθε αύξηση 50 μ.β. στο κόστος ιδίων κεφαλαίων έχει μια επίδραση περίπου 6% στη δίκαιη αξία των μετοχών.