Όπως αποδεικνύει το πρώτο τρίμηνο, η εκτίμηση και ο ποσοτικός υπολογισμός του κόστους του πιστωτικού κινδύνου (CoR) είναι μια σημαντική πρόκληση, η οποία εμποδίζει τις κατά τα άλλα αξιοπρεπείς λειτουργικές τάσεις, που αναμένουν οι αναλυτές της JP Morgan.
Για τους πιστωτικούς τίτλους των τραπεζών (Tier 2), αν και διατηρεί τη θετική μακροπρόθεσμη οπτική της για τον κλάδο και αναμένει να επιστρέψει η δυναμική της μείωσης των NPEs, υποβαθμίζει τη σύσταση σε ουδέτερη από υπεραπόδοση (overweight) στις συστάσεις της για την Alpha, τη Eurobank και την Εθνική Τράπεζα και διατηρεί τη σύσταση της υποαπόδοσης στην Τράπεζα Πειραιώς υπό το φως των πρόσφατων κινήσεων και ελλείψει βραχυπρόθεσμης πρόσβασης στην αγορά των Tier 2. Για την Τράπεζα Πειραιώς παραμένει underweight υπό τη βάση ότι θα συνεχίσει να υστερεί σε σχέση με τις άλλες τρεις τράπεζες, όσο μια βιώσιμη λύση για το CoCo των 2 δισ. ευρώ δεν βρίσκεται.
Αναφορικά με τις μετοχές, η διαπραγμάτευση των τραπεζών στις 0,2 φορές σε όρους ενσώματης λογιστικής αξίας (P / TBV) και με 0,3 φορές στο σενάριο μακροπρόθεσμης ύφεσης, η JP Morgan βρίσκει ελκυστική τη σχέση απόδοσης – κινδύνου, αλλά η πολύ αναγκαία μείωση του κόστους κεφαλαίου απαιτεί περισσότερη ορατότητα για το μέλλον.
Οι προτιμώμενες εκθέσεις της αμερικανικής τράπεζες είναι η Alpha, η Eurobank και η Εθνική Τράπεζα με συστάσεις overweight και neutral για την Τράπεζα Πειραιώς. Οι νέες τιμές στόχοι είναι 1,10 ευρώ για την Alpha Bank, 0,70 ευρώ για την Eurobank, 1,80 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα και 2,00 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς.
Η ανάλυση ευαισθησίας με βάση ένα σενάριο μακροπρόθεσμης ύφεσης συνεπάγεται με 10,7 δισεκατομμύρια ευρώ νέων NPEs για τον τομέα, ή 17% της αρχικής θέσης. Παρότι αυτό θα καθυστερούσε περαιτέρω το στόρι της ανάκαμψης των τραπεζών, το κόστος σε όρους εποπτικών κεφαλαίων CET1 θα είναι της τάξεως των 200 μονάδων βάσης, θα ήταν συνολικά αποδεκτό, αφήνοντας ακόμα χώρο και για ανόργανες δράσεις για τη μείωση των NPEs.
Στις μετοχές, πιστεύουν ότι τα χειρότερα είναι ήδη αποτιμημένα στις τιμές των μετοχών, αλλά οι βραχυπρόθεσμοι καταλύτες που θα μπορούσαν να περιορίσουν το κόστος ιδίων κεφαλαίων είναι περιορισμένοι.
Οι ελληνικές τράπεζες διαπραγματεύονται με 0,3x σε όρους P / TBV με την ανάλυση μακροπρόθεσμης ύφεσης, discount 60% σε σχέση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Αυτό είναι αναμφισβήτητα ο βασικός καταλύτης για τις μετοχές, δεδομένου ότι οι τιμές των μετοχών προεξοφλούν σε μεγάλο βαθμό μεγάλο μέρος του stress, αλλά η έλλειψη ορατότητας πιθανώς διατηρεί το κόστος των ιδίων κεφαλαίων σε αυξημένα επίπεδα, το υψηλότερο επίπεδο στην Ευρώπη.