Με τις γενικές εκλογές της 8ης Ιουνίου η Βρετανίδα πρωθυπουργός Theresa May ζητά από τη Βρετανία ισχυρότερη εντολή για να κατευθύνει τη χώρα μέσα από τις διαπραγματεύσεις του Brexit.
Θεωρεί πως με μια πιο ισχυρή πλειοψηφία η κυβέρνησή της θα είναι σε θέση να εξασφαλίσει μια καλύτερη συμφωνία, βελτιώνοντας την οικονομία. Ωστόσο, η τροχιά που διαγράφουν οι πολιτικές της δείχνει το ακριβώς αντίθετο.
Η ψηφοφορία για την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση ανέδειξε τις βαθύτερες ρήξεις σε όλη τη χώρα – μεταξύ των γηραιότερων και των νεότερων, των πλούσιων και των φτωχών, του Βορρά και του Νότου. Οι προτάσεις της May, οι οποίες εστιάζουν στη μείωση των φόρων η οποία θα χρηματοδοτηθεί από τις περικοπές στην εκπαίδευση, την υγειονομική περίθαλψη και την ασφάλεια, είναι πιθανό να καταστήσουν τη Βρετανία ένα ακόμη πιο διαιρεμένο βασίλειο.
Το Ηνωμένο Βασίλειο, που ήταν από τις φτωχότερες χώρες της Ευρώπης τη δεκαετία του 1970 σε όρους κατά κεφαλήν ΑΕΠ, άνθισε μετά την ένταξή του στην ΕΕ και σταδιακά εξελίχθηκε σε κόμβο χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, προσελκύοντας ταλέντα από όλο τον κόσμο.
Έγινε, όπως σημείωσε ένας Κινέζος επιχειρηματίας, “η πόρτα προς την Ευρώπη. Αλλά χωρίς την Ευρώπη, είναι απλώς μια πόρτα”. Ο χρηματοοικονομικός κλάδος αντιπροσωπεύει σχεδόν το 8% του ΑΕΠ, ενώ το Λονδίνο αντιπροσωπεύει το 22%. Το πιο πλούσιο 1% των φορολογούμενων παράγει το 27% του εισοδήματος, σύμφωνα με την στατιστική υπηρεσία της χώρας –το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών, μετά τις ΗΠΑ. Τα εταιρικά κέρδη έχουν αυξηθεί, ωστόσο οι μισθοί έχουν παραμείνει στάσιμοι, μαζί με την παραγωγικότητα. Το χρέος των νοικοκυριών έχει επιστρέψει στα υψηλά του 2007. Σχεδόν 4 εκατομμύρια παιδιά ζουν σε συνθήκες φτώχειας.
Ο Άγγλος Ασθενής ήταν άρρωστος πολύ πριν το δημοψήφισμα του Brexit. Η ασθένεια είναι ένας συνδυασμός των μακρόχρονων οικονομικών ανισορροπιών, της έλλειψης παραγωγικότητας και της αυξανόμενης ανισότητας. Η ατζέντα των Συντηρητικών σήμερα υπόσχεται να κάνει τη Βρετανία αξιοκρατική, δίνοντας σε όλους ένα δίκαιο μερίδιο στις ευκαιρίες. Πέρα, όμως, από τα σλόγκαν, οι οικονομικές πολιτικές στρέφονται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Στον προϋπολογισμό, κρισιμότερο σημείο παραμένει το έλλειμμα. Στη βιομηχανική πολιτική, οι Tories υπόσχονται να αντιμετωπίσουν το ζήτημα της παραγωγικότητας με επενδύσεις στην εκπαίδευση και την αναμόρφωση των επενδύσεων στον Βορρά.
Τα δύο τελευταία αποτελούν βασικά μέτρα για την αντιμετώπιση τη μειούμενης παραγωγικότητας και της εντεινόμενης ανισότητας της Βρετανίας. Ωστόσο, οι αυξανόμενες επενδύσεις, ενώ εξισορροπεί το διογκούμενο έλλειμμα μοιάζουν σαν να πατάς το γκάζι ενός αυτοκινήτου ενώ ταυτόχρονα τραβάς το χειρόφρενο. Το μανιφέστο των Συντηρητικών προβλέπει συρρίκνωση του ελλείμματος με έσοδα από το fracking και τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια. Οι στόχοι αυτοί είναι μη ρεαλιστικοί, όπως ανέφερε πρόσφατα το Ινστιτούτο Δημοσιονομικών Μελετών. Η δέσμευση των Εργατικών να αυξήσουν τη χρηματοδότηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας και να μειώσουν τα δίδακτρα μέσω της αύξησης των φόρων δεν εξισορροπούν την κατάσταση. Τουλάχιστον, οι πολιτικές της αντιπολίτευσης βρίσκονται στη σωστή πλευρά, δίνοντας έμφαση στην χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη.
Σήμερα, η οικονομία της Βρετανίας ευημερεί, υποστηρίζοντας την ιδέα ότι το Brexit μπορεί να μην είναι τελικά και τόσο άσχημο. Ωστόσο, αυτό οφείλεται σε τρεις θετικούς παράγοντες. Κατ ‘αρχάς, η λίρα έχει υποτιμηθεί κατά περίπου 20% από όταν ανακοινώθηκε το δημοψήφισμα για το Brexit, δίνοντας ώθηση στις εξαγωγές. Δεύτερον, τα επίπεδα κατανάλωσης και δανεισμού των Βρετανών καταναλωτών έχουν επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα. Τρίτον, η υπόλοιπη Ευρώπη αναπτύσσεται ταχύτερα, με ρυθμό περίπου 2%. Αυτό δείχνει ότι η οικονομία τρέχει απλά για να δείχνει ίδια.
Εκτιμούμε ότι το Brexit θα αφαιρέσει 140 δισ. στερλίνες (180,7 δισ. δολάρια) ή 7,5% από το ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου τα προσεχή έτη, συμπεριλαμβανομένου του άμεσου κόστους από τη μετεγκατάσταση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και τον ταχύτερο πληθωρισμό. Η απουσία συμφωνίας για Brexit, θα ήταν ακόμη πιο καταστροφική. Θα έριχνε τη λίρα κάτω από τα 1,20 δολάρια και θα ανέβαζε το ρυθμό πληθωρισμού πάνω από το 3%. Αυτό θα συμπιέσει το εισόδημα των καταναλωτών και, με τον καιρό, τις αποταμιεύσεις τους, καθώς η ποσοτική χαλάρωση της Τράπεζας της Αγγλίας εξακολουθεί να κρατά τις αποδόσεις των Gilt αρκετά κάτω από το επίπεδο πληθωρισμού.
Η αντιμετώπιση αυτής της οικονομικής επίπτωσης απαιτεί ένα μακρόπνοο σχέδιο δράσης. Για να γίνει ισχυρότερη και πιο δίκαιη, η Βρετανία χρειάζεται ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, που θα εστιάζει στις επενδύσεις και όχι στη λιτότητα, στην παραγωγικότητα αντί για τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, την οικοδόμηση νέων κατοικιών αντί για την ενίσχυση της τιμής των υφιστάμενων.
Με τις αλλεπάλληλες στροφές 180 μοιρών, η May έδειξε ότι δεν έχει σχέδιο. Οι απειλές της, ότι θα είναι πολύ σκληρή απέναντι στον Juncker δεν είναι ούτε χρήσιμες, ούτε και αξιόπιστες. Προς έκπληξη των οπαδών του Brexit, το Ην. Βασίλειο βρίσκεται τώρα αντιμέτωπο με ένα γαλλο-γερμανικό μέτωπο με επικεφαλής τον Γάλλο Πρόεδρο Emmanuel Macron και τη Γερμανίδα Καγκελάριο Angela Merkel.
H πρωθυπουργός ίσως χρησιμοποίησε ένα παράθυρο ευκαιρίας για να προσκαλέσει τους ψηφοφόρους να ενισχύσουν τη διαπραγματευτική της δύναμη, αλλά ο βρετανικός λαός αξίζει κάτι καλύτερο. Πέρα από το γεμάτο από σλόγκαν μανιφέστο, οι πολιτικές των Tories είναι πιθανό να πετύχουν μια από τα ίδια: οικονομική διαίρεση για τους πολλούς και ευκαιρίες για τους λίγους. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν πρέπει σήμερα να δώσει στην May λευκή επιταγή.