Η ιταλική Mediobanca αναθεωρεί ελαφρώς ανοδικά τις τιμές στόχους για τις Ελληνικές τράπεζες, χωρίς να αλλάζει ωστόσο τις ουδέτερες συστάσεις για τις μετοχές τους.
Για την Alpha Bank η σύσταση είναι neutral με νέα τιμή στόχο στα €0,75 από €0,70 πριν, για την Εθνική Τράπεζα στα €1,20 από €1,10 πριν και με σύσταση neutral ενώ τέλος αφήνει αμετάβλητη την τιμή στόχο για Τράπεζα Πειραιώς στα €1,30 ευρώ.
Η ιταλική επενδυτική τράπεζα επισημαίνει ότι παραμένει επιφυλακτική και εκτιμάει ότι η μελλοντική μακροοικονομική ορατότητα θα καθορίσει τις επιδόσεις των μετοχών. “Θα μπορούσε κανείς να δει τη γενικευμένη χαλάρωση των κανονιστικών επιβαρύνσεων ως θετικό στοιχείο για τον τομέα, δείχνοντας ότι οι ρυθμιστικές αρχές είναι διατεθειμένες να αναλάβουν οποιαδήποτε δράση για την αντιμετώπιση της πανδημίας”, επισημαίνει η MB.
“Ωστόσο, η κανονιστική χαλάρωση μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως απαραίτητο βήμα που επιβάλλεται από τη σοβαρότητα της ύφεσης. Αυτό θα μπορούσε να δικαιολογηθεί από τον φόβο για τη νέα δημιουργία νέων NPEs, μόλις τελειώσουν οι διακοπές πληρωμών, με σκοπό να αποφευχθεί μια άλλη πιστωτική κρίση”, συνεχίζει η MB.
Σε αυτό το πλαίσιο, παραμένει επιφυλακτική-προσεκτική για τις ελληνικές τράπεζες, καθώς η σχέση κινδύνου-απόδοσης είναι λιγότερο ελκυστική μετά την πρόσφατη ανατίμηση των μετοχών των τραπεζών, λόγω της χαμηλής ορατότητας σχετικά με τη μελλοντική εξέλιξη των κερδών και των κεφαλαίων.
Η Mediobanca επισημαίνει ότι οι “κάνουν ό, τι μπορούν και ελπίζουν για ανάκαμψη” ενώ προβλέπουν ανάκαμψη σε σχήμα V (σ.σ. δηλαδή ότι η οικονομία θα αναπηδήσει το 2021 σε όρους ανάκαμψης δυναμικά), γεγονός που οδηγεί το κόστος του πιστωτικού κινδύνου (CoR) σε 30 – 140 μονάδες βάσης από την πανδημία της COVID-CoR στο πρώτο τρίμηνο.
Οι εκτιμήσεις για Εθνική Τράπεζα
Από το πρώτο τρίμηνο, οι Alpha, ETE και Πειραιώς έχουν υποδείξει μια ανάκαμψης σχήματος V ως βασική μακροοικονομική υπόθεση για την περίοδο 2020-21, που οδηγεί σε αθροιστική αλλαγή από -1 έως -2,5% στο ΑΕΠ το 2020-21. Αυτό οδήγησε την Εθνική Τράπεζα να λάβει μια πιο προσεκτική στάση για τις προβλέψεις επισφαλών δανείων, αναλαμβάνοντας €416 εκατ. προβλέψεις για την COVID-19 στο πρώτο τρίμηνο, ακολουθούμενη από την Τράπεζα Πειραιώς στα €324 εκατ. (ή 68bp CoR), και την Alpha Bank στα €120 εκατ. (ή 30bp CoR).
Τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου οφείλονται κυρίως σε υψηλότερες προβλέψεις, λόγω της πανδημίας, ενώ τα βασικά στοιχεία (έσοδα και κόστος) ευθυγραμμίστηκαν σχεδόν με τις προσδοκίες, δείχνοντας μικρά σημάδια επιδείνωσης. Συνολικά, οι τράπεζες επιβεβαίωσαν αυτές τις τάσεις για ολόκληρο το έτος, καθοδηγώντας για σταθερά έσοδα από τόκους (εξαιρουμένης της επίδρασης από τις πωλήσεις NPEs της Εθνικής Τράπεζας στο 2ο τρίμηνο) και μονοψήφια μείωση των προμηθειών, αντισταθμιζόμενη από χαμηλότερο κόστος.
Οι εκτιμήσεις για την Τράπεζα Πειραιώς
Ωστόσο, η κερδοφορία θα καθοδηγείται εξ ολοκλήρου από το κόστος του πιστωτικού κινδύνου, το οποίο αναμένεται να επιστρέψει στην προηγούμενη πορεία του, υποθέτοντας ότι ο αντίκτυπος από την κρίση έχει προκαταβληθεί πλήρως, εξηγεί η ιταλική επενδυτική τράπεζα.
Συνολικά, η Mediobanca υπολογίζει ότι οι δείκτες βασικών εποπτικών κεφαλαίων σταδιακά στο 2020 θα ανέλθουν σε 13,6%, 16,3% και και 18,6% σε Πειραιώς, ΕΤΕ και ALPHA, αντίστοιχα. Ωστόσο, λόγω των τιτλοποιήσεων του 2021 και τη χαμηλή κερδοφορία της περιόδου 2020-22, βλέπουν δείκτες βασικών εποπτικών κεφαλαίων το 2022 της τάξεως του 8,3%, 11,6% και 14,5% σε Πειραιώς, ΕΤΕ και ALPHA, αντίστοιχα, επιβεβαιώνοντας την ανάγκη για παρατεταμένη περίοδο χαλάρωσης των κανονιστικών ρυθμίσεων (δηλαδή χαμηλό SREP και έναν νέο νόμο για το DTC) για να επιτρέψει τη διαδικασία απαλλαγής από κινδύνους και να ξεπεράσει την κρίση COVID-19.
Οι προβλέψεις για την Alpha Bank