Πόσο κοντά βρίσκονται Ρωσία και Κίνα; Το Πεκίνο θα αποτελέσει «σανίδα» σωτηρίας για την οικονομία του Βλαντιμίρ Πούτιν; Ή θα τηρήσει ουδέτερη στάση, υπονομεύοντας επί της ουσίας την προσπάθεια της Μόσχας να διαχειριστεί τον αντίκτυπο των δυτικών κυρώσεων; Τα ερωτήματα για το τρίπτυχο Κίνα – Ρωσία – Δύση είναι πολλά και μέχρι στιγμής, δεν έχουμε και πολλές σαφές απαντήσεις. Μόνο αόριστες ενδείξεις.
Καθοριστικής σημασίας θεωρούταν η σημερινή τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και του Κινέζου ομόλογού του, Σι Τζίνπινγκ, κατά τη διάρκεια της οποίας εκτιμάται ότι διαφάνηκαν οι όποιες προθέσεις της Κίνας απέναντι στη ρωσο-ουκρανική κρίση. Το μείζον, πάντως, είναι να μάθουμε αν και πόσο σκοπεύει το Πεκίνο να βοηθήσει έμμεσα ή άμεσα τη Μόσχα.
Με τη Ρωσία να έχει απομονωθεί οικονομικά και επιχειρηματικά από τη Δύση, μία από τις ελάχιστες εναλλακτικές λύσεις είναι να στραφεί προς την Ανατολή, προκειμένου να αναζητήσει νέες αγορές και κατ’ επέκταση νέες πηγές χρήματος, οι οποίες θα επιτρέψουν τη συνέχιση της χρηματοδότησης της ρωσικής οικονομίας.
Η Δύση, και κυρίως οι ΗΠΑ, θέλουν να αποτρέψουν αυτήν ακριβώς την εξέλιξη, προκειμένου οι κυρώσεις να συνεχίσουν να έχουν επίδραση και επομένως, να συνεχίσουν να πιέζουν τον Βλαντιμίρ Πούτιν. «Υπάρχουν πολλές ενδείξεις για το τι κάνει η Κίνα ώστε να στηρίζει τη Ρωσία στο παρασκήνιο. Σε κάθε τομέα: Οικονομικά, χρηματοδοτικά και στρατιωτικά» τονίζει Αμερικανός αξιωματούχος, μιλώντας στον The Guardian.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι το Πεκίνο θα ζητήσει ανταλλάγματα από την Ουάσιγκτον, προκειμένου να μην στηρίξει τη Μόσχα και ανάμεσα σ’ αυτά είναι πολύ πιθανό να συγκαταλέγεται το θέμα της Ταϊβάν. Μιας χώρας σχεδόν 25 εκατ. κατοίκων, η οποία έχει κηρύξει την ανεξαρτησία της, αν και η Κίνα εξακολουθεί να θεωρεί ότι αποτελεί δικό της έδαφος. Δεν είναι τυχαίο ότι λίγο πριν την πολυ-αναμενόμενη επικοινωνία Μπάιντεν – Σι, ένα κινεζικό αεροπλανοφόρο είχε ήδη πλεύσει προς την αμφιλεγόμενη περιοχή.
Ο φόβος των κυρώσεων
Το Πεκίνο προς ώρας φαινομενικά τηρεί ουδέτερη στάση, αποφεύγοντας να καταδικάσει ευθέως τη Μόσχα αλλά και ζητώντας τον τερματισμό των εχθροπραξιών στην Ουκρανία. Κι αυτό έχει την αιτία του, καθώς ανησυχεί ότι ενδεχόμενη ταύτιση με το Κρεμλίνο θα δρομολογήσει την επιβολή κυρώσεων εις βάρος των κινεζικών εταιρειών -ένα σενάριο σχεδόν καταστροφικό για την κινεζική οικονομία. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι ο γίγαντας της Ασίας έχει πλέον να αντιμετωπίσει και την αναζωπύρωση της πανδημίας, η οποία κρατάει κλειστά τα εργοστάσια και τις βιομηχανίες σε πολλές επαρχίες.
«Η Κίνα δεν μπορεί να συνδεθεί με τον Πούτιν» τονίζει ο καθηγητής Hu Wei, αντιπρόεδρος του ερευνητικού κέντρου στο State Council. «Η Κίνα δεν είναι μέρος της ουκρανικής κρίσης και δεν θέλει οι κυρώσεις να την επηρεάζουν» υπογραμμίζει, από την πλευρά του, ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών, Wang Yi, δίνοντας ένα δείγμα γραφής της κινεζικής διπλωματίας.
Σύμφωνα με αναλυτές, οι οποίοι μιλούν στο CNN, το Πεκίνο προσπαθεί να επιτύχει μια «εκλεπτυσμένη ισορροπία», αφενός υποστηρίζοντας ρητορικά τη Ρωσία, αφετέρου αποφεύγοντας τον περαιτέρω ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ. Παρότι Πεκίνο και Μόσχα μοιράζονται μια κοινή στρατηγική αμφισβήτησης της δυτικής κυριαρχίας, οι κινεζικές τράπεζες δεν μπορούν να αντέξουν την απώλεια πρόσβασης στα αμερικανικά δολάρια, ενώ πολλές κινεζικές βιομηχανίες δεν έχουν τη δυνατότητα να γυρίσουν την πλάτη στην αμερικανική τεχνολογία.
Ας μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι ενώ η Κίνα αποτελεί τον Νο.1 εμπορικό εταίρο της Ρωσίας, η εξάρτηση του Πεκίνου από τη Μόσχα είναι εξαιρετικά μικρή, καθώς οι διμερείς συναλλαγές αντιστοιχούν μόλις στο 2% του κινεζικού εμπορικού ισοζυγίου. Αντίθετα, η εμπορικές σχέσεις τόσο με την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και με τις ΗΠΑ είναι εμφανώς μεγαλύτερες και στενότερες.
Η έμμεση στήριξη
Βέβαια, η Κίνα μπορεί να βοηθήσει τη Ρωσία και με έμμεσους τρόπους. Έστω και κάτω από τη «μύτη» της Δύσης. Χωρίς να βγει και να το φωνάξει δημοσίως. Πώς γίνεται αυτό;
Σταματώντας την πτώση του ρουβλιού έναντι του κινεζικού γουάν: Ενώ το ρωσικό νόμισμα διολισθαίνει έναντι του ευρώ και του δολαρίου, το ίδιο συμβαίνει και έναντι του γουάν, κάτι που καθιστά ακριβότερες τις εισαγωγές προϊόντων από την Κίνα. Σε περίπτωση κινεζικής χείρα βοηθείας, αυτή η πτώση θα μπορούσε να ανακοπεί.
Η Ρωσία διαθέτει συναλλαγματικά αποθέματα 90 δισ. δολαρίων σε γουάν: Με τα αποθέματα σε ευρώ και δολάριο (αξίας 315 δισ. δολαρίων ή το 50% των συνολικών αποθεμάτων) να είναι «παγωμένα», είναι σαφές ότι η Μόσχα θα προσπαθήσει να αυξήσει το απόθεμα σε κινεζικό νόμισμα. Όμως, μέχρι στιγμής, δεν έχει ληφθεί κάποια συγκεκριμένη απόφαση προς αυτή την κατεύθυνση.