Του Νίκου Κωτσικόπουλου
Κρίσιμη θα είναι η απόφαση της ΕΚΤ για τα επιτόκια στις 17 Απριλίου, καθώς θα σηματοδοτήσει αν μία στάση της ΕΚΤ πριν το καταληκτικό επιτόκιο στο 2% θα γίνει τώρα ή θα προηγηθεί μία ακόμα μείωση 0,25%. Υπάρχουν πλέον αντικρουόμενες απόψεις στο ΔΣ της ΕΚΤ για το θέμα, ενώ η Κριστίν Λαγκάρντ επαναλαμβάνει διαρκώς ότι η ΕΚΤ δεν δεσμεύεται για τις επόμενες κινήσεις της. Το επανέλαβε ξανά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την περασμένη Πέμπτη, αλλά η μείωση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη έχει γείρει ξανά την πλάστιγγα.
Τη φρασεολογία της μη δέσμευσης για τις επόμενες κινήσεις της ΕΚΤ, υιοθέτησε η Κριστίν Λαγκάρντ αμέσως μετά τη σύνοδο του Μαρτίου όταν αποφασίστηκε η τελευταία μείωση στο 2,50%. Μαζί με τη φρασεολογία αυτή επανήλθε και η επωδός, ότι τα στοιχεία που για την οικονομία που βγαίνουν θα επηρεάζουν τις αποφάσεις. Ουσιαστικά σηματοδοτούσε μία αλλαγή στάσης, αλλά επιφυλακτικά, δεν ήταν ξεκάθαρη.
Αυτή η πολιτική κατηύθυνε αρχικά τις αγορές στην εντύπωση ότι η ΕΚΤ προσανατολίζεται να κάνει στάση στις μειώσεις των επιτοκίων τον Απρίλιο με ένα αρκετά φιλικό επιτόκιο ήδη τουλάχιστον σε σχέση με τη Fed και την Τράπεζα της Αγγλίας για παράδειγμα, οι οποίες άφησαν αμετάβλητα τα επιτόκιά τους στο 4,25% και 4,50% αντίστοιχα.
Έτσι αρχικά οι αγορές διέκριναν μία αλλαγή στάσης και θεώρησαν πιθανή μία στάση τώρα. Στα πλαίσια αυτά είδαμε και άνοδο του τριμηνιαίου επιτοκίου Euribor πάνω από το 2,50%. Αλλά ήδη μετά τις 14 Μαρτίου το Euribor άλλαξε ξανά πορεία και συνέχισε την πτώση του.
Πλέον, κάτω από το επιτόκιο της ΕΚΤ 2,50% συνεχίζει να κατευθύνεται το τριμηνιαίο επιτόκιο Euribor στο 2,387% ενώ και το βραχυχρόνιο διατραπεζικό επιτόκιο overnight ESTR που αντιστοιχεί στο αμερικανικό “στοίχημα”, υποχώρησε στο 2,417%. Είναι σημεία που κατευθύνουν τώρα σε ένδειξη νέας μείωσης των επιτοκίων 0,25% στις Απριλίου από την ΕΚΤ.
Τι έχει αλλάξει; Αρχικά η σιγουριά για το ευρώ σε σχέση με το δολάριο που έχει κάνει rebound μέχρι τα 1,09 δολάρια, κυρίως όμως η άνοδος των αποδόσεων στα δεκαετή γερμανικά ομόλογα λόγω της απόφασης για μεγάλες αμυντικές δαπάνες. Κυρίως όμως ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης που υποχώρησε στο 2,3% τον Φεβρουάριο.
Όλα αυτά αντανακλούν αμφιβολία για το τι ακριβώς θα συμβεί. Ο Διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας σε συνέντευξη που έδωσε στο Econostream, πιστεύει ότι
πρέπει να συνεχισθούν οι μειώσεις, μέχρι να φθάσει το επιτόκιο της ΕΚΤ το 2% φέτος.
Αν γινόταν τώρα η Σύνοδος της ΕΚΤ κι όχι στις 17 Απριλίου, ο κ. Στουρνάρας θα ήταν βέβαιος ότι η απόφαση θα ήταν για νέα μείωση των επιτοκίων, 0,25%. Αιτία τα στοιχεία για τον πληθωρισμό που ήταν καλά και δείχνουν ότι υποχωρεί προς το στόχο, ενόσω διαρκεί ακόμα η περιοριστική επίπτωση των προηγούμενων αποφάσεων στην οικονομία. Αλλά καθώς η Σύνοδος είναι για τον Απρίλιο δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τι μπορεί να μεσολαβήσει (επηρεάζοντας ουσιαστικά τις διαθέσεις στο ΔΣ).
Όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, η άνοδος των αποδόσεων στα γερμανικά ομόλογα έχει περιοριστική αποπληθωριστική επίπτωση, ενώ και οι εμπορικοί δασμοί σε δεύτερη φάση μετά την αρχική όξυνση θα λειτουργήσουν αποπληθωριστικά επίσης.
Με βάση αυτά λοιπόν τα δύο επικρατέστερα σενάρια αυτή τη στιγμή έχουν να κάνουν με το πότε θα γίνει η στάση:
-Είτε θα γίνει τον Απρίλιο με το επιτόκιο στο 2,50% που είναι ακόμα ψηλά,
-Είτε θα γίνει μετά τον Απρίλιο με το επιτόκιο στο 2,25%, οπότε η επόμενη μείωση στο 2% θα παραπεμφθεί για τη Σύνοδο του Σεπτεμβρίου.
Τα δεδομένα είναι ανοιχτά, αλλά η ουσία παραμένει η ίδια. Η οικονομία της Γερμανίας που κινεί την Ευρώπη μπορεί να κατευθύνεται σε τρίτο χρόνο ύφεσης.
Το πακέτο των αμυντικών δαπανών θα αργήσει να δώσει ώθηση στην οικονομία της, πιέζοντας σε ολοκλήρωση του προγράμματος αποκλιμάκωσης των επιτοκίων μέχρι το τέλος του έτους.