Με αλλαγές κατατέθηκε στη Βουλή, νωρίτερα σήμερα, το νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης για τους καταναλωτές, που περιλαμβάνει και τη διάταξη για το phishing, που προκάλεσε την έντονη αντίδραση των Τραπεζών.
Τελικά από αυτή τη μάχη «κερδισμένες» φαίνεται να βγαίνουν οι τράπεζες αφού μετά από πιέσεις, πέτυχαν στο άρθρο 22 του νομοσχεδίου που προβλέπει την αποζημίωση των θυμάτων ηλεκτρονικής απάτης από τα πιστωτικά ιδρύματα για ποσά άνω των 1.000 ευρώ, να προστεθεί φράση που δημιουργεί πεδίο αμφισβήτησης της υποχρέωσης. Η συγκεκριμένη φράση δεν υπήρχε στο νομοσχέδιο που είχε τεθεί σε δημόσια διαβούλευση.
Το άρθρο 22 για τα θύματα phishing που περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο που έχει κατατεθεί στη Βουλή (δείτε στη στήλη Συνοδευτικό Υλικό) αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: «Αν ο πληρωτής είναι καταναλωτής και εφόσον οι ζημιές οφείλονται σε βαριά αμέλεια, ευθύνεται μέχρι του ανώτατου ποσού των 1.000 ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τη φύση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας και τις ειδικότερες περιστάσεις υπό τις οποίες το μέσο πληρωμής απωλέσθη, εκλάπη ή υπεξαιρέθηκε», ρύθμιση από την οποία προκύπτει ότι οι τράπεζες θα είναι υπεύθυνες να καλύψουν την υπερβάλλουσα ζημιά.
Η ρύθμιση όμως συνεχίζει ως εξής: Το τέταρτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται, αν ο πάροχος αποδείξει ότι διαθέτει και εφαρμόζει πρόσθετους και πιο εξελιγμένους μηχανισμούς ελέγχου των συναλλαγών, από αυτούς που εφαρμόζει για την ισχυρή ταυτοποίηση των συναλλαγών, για συναλλαγές που μπορούν να προκαλέσουν ζημία άνω των χιλίων (1.000) ευρώ, όπως ιδίως μηχανισμούς ελέγχου που αξιοποιούν τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης».
Η αποζημίωση για το Phishing ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο το 2018 αλλά παραμένει επί τέσσερα χρόνια ανενεργή. Μάλιστα το άρθρο 92 του νόμου του 2018 προβλέπει αποζημίωση σε περίπτωση που οποιοσδήποτε πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν προβαίνει σε αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη.
Σήμερα άλλες τρεις χώρες, οι Νορβηγία, Σουηδία και Δανία, έχουν διατάξεις αποζημίωσης των καταναλωτών – πελατών των Τραπεζών που πέφτουν θύματα Phishing. Το Βέλγιο εξετάζει το ενδεχόμενο να εισαγάγει αντίστοιχη ρύθμιση αλλά και άλλες χώρες εκτός ΕΕ, όπως είναι το Ηνωμένο Βασίλειο.