Η επενδυτική περίπτωση των ελληνικών τραπεζών βασίζεται σε ένα μοναδικό ερώτημα, και αυτό είναι αν οι δείκτες NPEs μπορούν να μειωθούν εντός ενός λογικού χρονικού πλαισίου στα ευρωπαϊκά επίπεδα, χωρίς ένεση κεφαλαίου, γράφει η Bank of America Merrill Lynch σε νέα έκθεσή της για τις ελληνικές τράπεζες.
Η BofAML ξεκινά εκ νέου κάλυψη των τεσσάρων συστημικών ελληνικών τραπεζών, «με μια σχετικά επιφυλακτική άποψη» όπως επισημαίνει, λέγοντας πως προτιμά τη Eurobank, η οποία θα είναι η πρώτη ελληνική τράπεζα που θα δει μονοψήφιο δείκτη NPE (περίπου 9% το 2021). Για τη Eurobank δίνει σύσταση Buy με τιμή-στόχο 1,12 ευρώ ανά μετοχή (από 1,19 ευρώ στις 14 Σεπτεμβρίου), ενώ για την Alpha Bank δίνει σύσταση Neutral με τιμή-στόχο 2,04 ευρώ ανά μετοχή (από 1,25 ευρώ), για την Εθνική Τράπεζα Underperform με τιμή 3,04 ευρώ ανά μετοχή (από 2,89 ευρώ), το ίδιο και για την Τράπεζα Πειραιώς (από 2 ευρώ).
Η BofAML σημειώνει ότι οι θετικές εξελίξεις στα macro και στο ρυθμιστικό επίπεδο έχουν βελτιώσει τη δυνατότητα μείωσης των δεικτών NPEs χωρίς νέα κεφαλαιακή ένεση, όπως έχει φανεί από τις μέχρι τώρα εξαιρετικές επιδόσεις των ελληνικών τραπεζών, ωστόσο θα χρειαστεί όλοι οι εγχώριοι και εξωτερικοί παράγοντες να κινούνται συνεχώς προς τη σωστή κατεύθυνση. Αλλά ακόμα και τότε, θεωρεί πως υπάρχουν μακροπρόθεσμοι διαρθρωτικοί κίνδυνοι.
Επισημαίνει πως οι προοπτικές βελτιώνονται, με τις βασικές παραμέτρους να κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση καθώς:
– η ρευστότητα έχει βελτιωθεί με την αύξηση των εισροών καταθέσεων και την ανάκτηση της πρόσβασης στη διατραπεζική αγορά και στις κεφαλαιαγορές,
– οι χαμηλότερες αποδόσεις των κρατικών ομολόγων έχουν στηρίξει τους κεφαλαιακούς δείκτες, έχουν ενισχύσει το trading, έχουν βελτιώσει την τιμολόγηση των NPEs και έχουν αυξήσει τις αποτιμήσεις,
– η ανάκαμψη στις τιμές των ακινήτων αναμένεται να αυξήσουν τις αξίες των εγγυήσεων, να μειώσουν τις επισφάλειες και να αυξήσουν την προθυμία των δανειοληπτών να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους και
– το κλίμα έχει βελτιωθεί και λόγω των προσδοκιών για μια συστημική λύση για τα NPEs.
Κατά την Bank of America Merrill Lynch, το πρόγραμμα «Ηρακλής» θα μπορούσε να λειτουργήσει υποστηρικτικά, καθώς θα επιτρέψει στις τράπεζες να χρησιμοποιήσουν κρατικές εγγυήσεις για να στηρίξουν τιτλοποιήσεις NPEs συνολικά 30 δισ. ευρώ. Η αποτελεσματικότητα, πάντως, θα εξαρτηθεί από τη διάθεση για τα προβληματικά ελληνικά assets, τα κόστη για τις τράπεζες και την κεφαλαιακή ελάφρυνση για τους τίτλους υψηλής εξασφάλισης.
Όπως σχολιάζει, η αναλογία των NPEs παραμένει γύρω στο 40%, με κάλυψη περίπου 50%. Το μέγεθος των μη καλυμμένων NPEs (περίπου 40 δισ. ευρώ) είναι σημαντικά υψηλότερο από το fully loaded CET1 (περίπου 22 δισ. ευρώ). Επιπλέον, η μερίδα του λέοντος των CET1 αποτελείται από DTCs που αποτρέπουν την αναγνώριση λογιστικών απωλειών από τις τράπεζες. Ακόμα και όταν οι ελληνικές τράπεζες φτάσουν τους στόχους του 2020, η αναλογία των NPEs (περίπου 20%) θα είναι σημαντικά υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (2%). Ως εκ τούτου, μια μη φιλική προς τις τράπεζες λύση θα μπορούσε να αποτελεί επιλογή, εάν η διαδικασία έχει απογοητευτικά αποτελέσματα. Επιπλέον, οι ρυθμιστικές αρχές μπορεί να απαιτήσουν βελτίωση της ποιότητας των κεφαλαίων, αν/όταν ανακάμψει η κερδοφορία.
Επίσης, η Bank of America Merrill Lynch «βλέπει» συνεχιζόμενες πιέσεις στα έσοδα καθώς το 30% των επιτοκιακών εσόδων προέρχονται από τα NPEs, το πτωτικό repricing των δανείων και των τίτλων θα πλήξει την κερδοφορία και τα ισχυρά κέρδη από trading είναι πιθανό να ομαλοποιηθούν μετά το 2020. Τα έσοδα δεν φαίνεται πιθανό να αγγίξουν τα επίπεδα του 2018, εκτιμά η BofaML, παρά τη στήριξη από τα χρηματοδοτικά κόστη, τα έσοδα από τιτλοποιήσεις και τα αυξανόμενα έσοδα από αμοιβές. Θεωρεί πως υπάρχει περιθώριο βελτίωσης στα κόστη και αναμένει μείωση στο κόστος του ρίσκου. Εντούτοις, η μακροπρόθεσμη πρόβλεψή της για το RoTE παραμένει 5-8% χαμηλότερη από τους στόχους που έχουν θέσει οι διοικήσεις των τραπεζών.