
Στα πεντέμισι χρόνια μητσοτακικής διακυβέρνησης η βασική ιδέα του μοντέλου διαχείρισης κρίσεων δεν έχει αλλάξει. Οποια κι αν είναι η έκτακτη συνθήκη που καλείται να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση, η πρώτη λύση που προτείνει είναι περισσότερη επιτελικότητα στο επιτελικό κράτος, το οποίο δηλώνει ξανά και ξανά ότι επιχειρεί να οικοδομήσει. Ετσι θέλησε να μετριάσει τον αντίκτυπο που είχε στα δημοσκοπικά της νούμερα η τραγωδία στα Τέμπη το 2023. Και με τον ίδιο τρόπο προσπαθεί να χτίσει μια γραμμή άμυνας απέναντι σε οποιαδήποτε μομφή ενδέχεται να ακουστεί για την επιχειρησιακή ετοιμότητα του κρατικού μηχανισμού ενώ συνεχίζεται η σεισμική δραστηριότητα. Μια όμως και η κυβερνητική ολιγωρία στην εκτέλεση του πρότζεκτ «ασφαλείς σιδηρόδρομοι» κυριαρχεί στην εγχώρια πολιτική επικαιρότητα την ώρα που οι σεισμοί στις Κυκλάδες απασχολούν ακόμη και διεθνή μίντια, προκύπτει εύλογα το ερώτημα «πόσες δεσμεύσεις επιτελικής ικανότητας μπορεί να καταναλώσει η κοινή γνώμη;».
Τα συλλαλητήρια επανέφεραν στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου όχι μόνο τους κυβερνητικούς χειρισμούς αμέσως μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα αλλά και τη διαχρονική αμφισβήτηση της αποτελεσματικότητας του κράτους. Πέρα από τις αντιπολιτευτικές κατηγορίες για συγκάλυψη, συζητείται πλέον και κατά πόσο η κυβέρνηση υλοποίησε τις υποσχέσεις της για μια «μεγάλη οργανωτική μεταρρύθμιση του Σιδηροδρομικού Τομέα», η οποία υποτίθεται πως σχεδιάστηκε τη μεθεπόμενη των Τεμπών ημέρα, ώστε να διορθώσει χρόνιες παθογένειες.
Αν η σύγκρουση των τρένων ήταν πλήγμα στο αφήγημα της Ελλάδας 2.0 (το αφήγημα του εκσυγχρονισμού πάνω στο οποίο πόνταρε και ποντάρει πολλά η κυβερνώσα παράταξη), η διάχυτη αίσθηση πως οι σιδηροδρομικές μεταφορές δεν έχουν βελτιωθεί παρά το σοκ που βίωσε η χώρα πριν από δύο χρόνια φαίνεται ικανή να το καταστρέψει ανεπανόρθωτα. Γιατί, όπως επισημαίνει γνωστός πολιτικός αναλυτής, «στις δεύτερες τετραετίες η δυσαρέσκεια είθισται να δρα σωρευτικά και στην παρούσα φάση η κυβέρνηση δεν ξεφεύγει από τον συγκεκριμένο κανόνα». Τα πρώτα γκάλοπ που δημοσιεύθηκαν λίγες μέρες μετά τις συγκεντρώσεις αποτύπωσαν καθαρά τη φθορά που συνεχίζουν να της προκαλούν τα Τέμπη. Οχι μόνο επειδή σε αντίθεση με εκείνα του προηγούμενου μήνα κατέγραψαν πτώση της ΝΔ στην πρόθεση ψήφου ή γιατί η συντριπτική πλειονότητα των ερωτηθέντων από GPO και ΜRB της χρεώνει – είτε άμεσα, είτε έμμεσα – απόπειρα συγκάλυψης.
Οι αρνητικές διαθέσεις της κοινής γνώμης απέναντί της διακρίνονται και στη σύγκριση μιας σειράς άλλων δεικτών της μέτρησης της GPO με τα αντίστοιχα ευρήματα προηγούμενων δημοσκοπήσεων της ίδιας εταιρείας. Για παράδειγμα, ενώ τον Νοέμβριο το ποσοστό των πολιτών που αποτιμούσε θετικά το συνολικό της έργο ήταν 37,9%, τώρα είναι 30,9%. Οσο για το ποσοστό εκείνων που εκτιμούν ότι η χώρα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση έχει μειωθεί κατά 9,1% – από 42,5% τον Δεκέμβριο, έχει πέσει στο 33,4%. Ανάλογα δεδομένα αναδεικνύουν και οι απαντήσεις σε ορισμένα ερωτήματα της MRB. Το 46,8% του δείγματός της, φερειπείν, χρησιμοποιεί τη λέξη «οργή» για να περιγράψει το συναίσθημα που εκφράζει περισσότερο τον Ελληνα για το παρόν και το μέλλον της χώρας – με το 70,7% αυτών να επισημαίνουν ότι τη νιώθουν εξαιτίας της «διαφθοράς».
Το κυβερνών κόμμα κατόρθωσε να αντιστρέψει την πτώση της τάξεως του 3% με 4% μετά το δυστύχημα δεσμευόμενο να κάνει μεταρρυθμίσεις. Σήμερα, ωστόσο, η πλειονότητα της κοινωνίας ακούει με καχυποψία τις διαβεβαιώσεις του, όπως παρατηρούν δημοσκόποι μελετώντας τα ποιοτικά στοιχεία των ερευνών τους.
Κατάσταση πρωτοφανούς επιφυλακής. Αυτή η κακή εικόνα που έχουν σχηματίσει οι πολίτες για τη διαχειριστική επάρκεια της κυβέρνησης έρχεται σε αντιδιαστολή με εκείνη που επιθυμούν να εκπέμψουν οι κυβερνητικοί ανεβάζοντας το επίπεδο του κρατικού συναγερμού για τους σεισμούς στο Αιγαίο στο κόκκινο – λαμβάνοντας, δηλαδή, μια σειρά από προληπτικά μέτρα με στόχο τον καλύτερο δυνατό συντονισμό των υπηρεσιών της Πολιτικής Προστασίας. Οι διυπουργικές συσκέψεις διαδέχονται η μία την άλλη και ο Πρωθυπουργός έχει ήδη προεδρεύσει σε δύο – προτού πετάξει για επιτόπια αυτοψία στη Σαντορίνη. Οι επιστήμονες πρωταγωνιστούν σ’ αυτές, ενώ έγινε και λάιβ ενημέρωση από τον αρμόδιο υπουργό για την εξέλιξη του γεωλογικού φαινομένου. Τα φωτογραφικά στιγμιότυπα των σκηνών που έστησε το κλιμάκιο της ΕΜΑΚ, το οποίο βρίσκεται στη Σαντορίνη από τις 2 Φεβρουαρίου, του Κινητού Επιχειρησιακού Κέντρου Ολυμπος της Πυροσβεστικής, που έφτασε στο νησί στις 6 του μήνα, ή των κλεισμένων με κορδέλες από την ΕΛ.ΑΣ. σοκακιών μαζί με τα μέτρα για αναστολή συμβάσεων και αποζημιώσεις ειδικού σκοπού που ανακοίνωσε το υπουργείο Εργασίας αυτή την εβδομάδα και την ενίσχυση των υγειονομικών δομών από το Υγείας μαρτυρούν μια πρωτοφανή για τα ελληνικά ειωθότα κατάσταση επιφυλακής. Δυνάμεις έχουν σταλεί και σε Αμοργό, Αστυπάλαια, Ιο και Ανάφη – αν και η επιστράτευσή τους δεν έχει προβληθεί με οπτικοακουστικά ντοκουμέντα.
κίνδυνοι υπερβάλλοντος ζήλου. Παρ’ όλα αυτά, το μήνυμα της μεγαλύτερης δυνατής κινητοποίησης δεν γράφει σε όλους τους αποδέκτες του το ίδιο. Κάποιοι – αντιπολιτευόμενοι και μη φιλικά διακείμενοι απέναντι στην κυβέρνηση – βλέπουν μια επιχείρηση αλλαγής ατζέντας. Αλλοι, κυρίως κάτοικοι και επιχειρηματίες της Σαντορίνης, το διαβάζουν σαν μια κυβερνητική υπεραντίδραση, η οποία ενδέχεται να επηρεάσει την ανταγωνιστικότητα του τουριστικού τους προϊόντος. Ακόμη κι ένας επικοινωνιολόγος που δεν αμφιβάλλει για την ορθότητα της προληπτικής δράσης σημειώνει πως «ο υπερβάλλων επικοινωνιακός ζήλος ενέχει τον κίνδυνο το μήνυμα να προσληφθεί με τρόπους διαφορετικούς από τον προσδοκώμενο, ειδικά σε μια συγκυρία σαν την τωρινή». Οπως ξέρει κάθε ρούκι spin doctor αλλά και κάθε έμπειρος πολιτικός, εξάλλου, σπάνια κατορθώνει μια κυβέρνηση να προσαρμόσει τις περιστάσεις στον σχεδιασμό της. Συνήθως τα γεγονότα την αναγκάζουν να προσαρμόσει τον σχεδιασμό της στις περιστάσεις.