Η έρευνα της ICAP CRIF για την εγχώρια αγορά εμφιαλωμένου νερού, διαπίστωσε ότι παρά τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις, που οδήγησαν σε αύξηση του κόστους παραγωγής και της τιμής του τελικού προϊόντος, η συγκεκριμένη βιομηχανία παρουσίασε άνοδο 4,9% σε επίπεδο παραγωγής και 5,2% κατανάλωσης σε σχέση με το 2021.
Το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό. Έρευνα της IRI καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο πληθωρισμός και η διαρκής ζήτηση οδήγησαν την αύξηση της αξίας των πωλήσεων μη αλκοολούχων «ποτών» με βάση το νερό κατά 8,9% στην Ευρώπη στα 35,6 δισ. ευρώ. Τα στοιχεία που αφορούν το 12μηνο που έληξε τον περασμένο Αύγουστο, δείχνουν επίσης ότι οι αυξήσεις τιμών σε περισσότερα από τα μισά προϊόντα της κατηγορίας που εξέτασε η IRI δεν οδήγησαν σε μειωμένη ζήτηση.
Η κατηγορία των μη αλκοολούχων «ποτών» με βάση το νερό και το εμφιαλωμένο νερό είναι σε μεγάλο βαθμό ανθεκτική στις πληθωριστικές τάσεις, σχολίασε η Ananda Roy, Global SVP, Strategic Growth Insights, IRI. Σε αυτό, σύμφωνα με την IRI, συμβάλλει και η πρόσβαση ή μη σε πηγές νερού βρύσης, σε ότι αφορά τις πωλήσεις εμφιαλωμένου νερού.
Η ανάγκη για καθαρό και υγιεινό πόσιμο νερό και η αντικατάσταση των αναψυκτικών με ζάχαρη, θα οδηγήσει σύμφωνα με τη Statista την αξία της παγκόσμιας αγοράς εμφιαλωμένου νερού πάνω από 392 δις. δολ. Σε ότι αφορά την Ελλάδα, η Statista εκτιμά ότι τα έσοδα στον τομέα του εμφιαλωμένου νερού θα καταγράψουν ετήσια ανάπτυξη 2,4% την περίοδο 2023-2027. Δηλαδή σε σχέση με τα στοιχεία του συνολικού πληθυσμού, τη φετινή χρονιά ο καθένας από εμάς, σύμφωνα με την Statista, πρόκειται να ξοδέψει περί τα 79 ευρώ και να καταναλώσει 148,56 λίτρα, ενώ ο όγκος κατανάλωσης εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 1,5 δις. λίτρα έως το 2027.
Η Ελλάδα καταλαμβάνει ήδη την 6η θέση, μαζί με τη Γαλλία, στην Ευρώπη στην κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού και την 19η σε παγκόσμιο επίπεδο. Σε αυτές τις επιδόσεις βοηθούν και οι τουρίστες.
Αυτός λοιπόν είναι ο προφανής λόγος που καταγράφεται μπαράζ νέων επενδύσεων από την εγχώρια βιομηχανία εμφιαλωμένου νερού, είσοδος νέων παικτών και αύξηση των εισαγωγών. Το επενδυτικό πλάνο από το Ζαγόρι αγγίζει τα 25 εκατ. ευρώ. Η εταιρεία Βίκος την τελευταία επταετία έχει επενδύσει 47 εκατ. ευρώ σε νέες γραμμές παραγωγής στο εμφιαλωμένο νερό και στο αναψυκτικό ενώ εκτιμά ότι πέρυσι οι πωλήσεις αυξήθηκαν 20% σε σχέση με το 2021. Στο νερό, μέσω της μετοχικής συμμετοχής της στη Δίρφυς, έχει εισέλθει και η βιομηχανία αναψυκτικών Λούξ.
Στον Αναπτυξιακό Νόμο εντάχθηκε πρόσφατα νέα επένδυση ύψους άνω των 20 εκατ. ευρώ από την NU Aqua που επαναλειτούργησε το εργοστάσιο της Pepsico στο Λουτράκι. Η Θεώνη προγραμματίζει νέες επενδύσεις 10 εκατ. ευρώ. Ο Γιάννης Βάλβης φιλοδοξεί με το εισαγόμενο από τη Ρουμανία νερό του το Aqua Carpatica να κερδίσει σημαντικό κομμάτι της πίττας, ενώ εφοπλιστές αλλά και νέοι επίδοξοι επιχειρηματίες διακρίνουν ότι η συγκεκριμένη κατηγορία έχει μέλλον.
Στο ράφι των σούπερ μάρκετ το μερίδιο των πέντε μεγαλύτερων brands άγγιξε πέρυσι το 60% από 58,4% που ήταν το 2021. Με τους υπόλοιπους παίκτες, μεταξύ αυτών και τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας να χάνουν καταναλωτές.
Βέβαια την ίδια στιγμή που η εγχώρια βιομηχανία εμφιαλωμένου νερού ανθεί και νέοι παίκτες εισέρχονται, η συζήτηση γύρω από την αειφορία, το αποτύπωμα αυτής της βιομηχανίας στο περιβάλλον και την ανάγκη προστασίας αυτού έχει φουντώσει. Με τη νέα Οδηγία της ΕΕ να ζητά από τα κράτη μέλη να βελτιώσουν και να διατηρήσουν την πρόσβαση σε πόσιμο νερό για όλους και ιδίως τις ευάλωτες και περιθωριοποιημένες ομάδες. Η πρόσβαση σε καθαρό, ασφαλές πόσιμο νερό ορίστηκε μετά από σχετικό ψήφισμα, ως βασικό ανθρώπινο δικαίωμα από τα Ηνωμένα Έθνη το 2010. Από το ψήφισμα απείχαν 41 χώρες, μεταξύ των οποίων οι: Σουηδία, ΗΠΑ, Ην. Βασίλειο Αυστραλία, Ολλανδία και η Ελλάδα.