Το ανώτατο όριο δανεισμού προσελκύει όλο και περισσότερο ενδιαφέρον, ιδίως από τότε που ο πρόεδρος Donald Trump το χαρακτήρισε “χάος” εν μέσω αυξανόμενων εντάσεων στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Θα πρέπει να περιμένουμε ότι η ένταση θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες.
Ωστόσο, είναι απίθανο ότι αυτή θα οδηγήσει σε μία τεχνική χρεοκοπία τις ΗΠΑ ή σε μία επανάληψη της διακοπής των λειτουργιών της κυβέρνησης (shutdown) όπως το 2013. Αντίθετα, το πιο πιθανό αποτέλεσμα θα περιλάμβανε έναν συμβιβασμό της τελευταίας στιγμής που, ενώ θα αποφεύγει την άμεση καταστροφή, είναι πιθανό να αυξήσει τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή των οικονομικών μέτρων που κρίνονται απαραίτητα για την επίτευξη υψηλότερης και πιο περιεκτικής οικονομικής ανάπτυξης.
Παρόλο που έχει συμβεί 74 φορές τα τελευταία 55 χρόνια, η αύξηση του ανώτατου ορίου χρέους έχει αποδειχτεί πολλές φορές πολιτικό δράμα υψηλού επιπέδου. Εκτός από το ότι αναδεικνύει χρόνιες ασυμφωνίες απόψεων σχετικά με το μέγεθος του δημόσιου τομέα και τους κινδύνους του χρέους, η διαδικασία περιπλέκεται αυτή τη φορά λόγω της σύνδεσής της με τη χρηματοδότηση της ανέγερσης του αμφισβητούμενου τείχους στα σύνορα με το Μεξικό που επιδιώκει ο Πρόεδρος. Επιπλέον, οι διαφορές που μπορεί να προκύψουν σχετικά με το εάν, το πώς και το πότε θα το εγκρίνει το Κογκρέσο – και ο Trump έχει ήδη γράψει σε tweet ότι μια ευκαιρία έχει ήδη χαθεί για την ηγεσία των Ρεπουμπλικάνων στο Καπιτώλιο- παίζουν τώρα ρόλο στην επιδείνωση της πολιτικής στάσης, στα “παιχνίδια κατηγοριών” και ακόμα πιο περίπλοκα και απρόβλεπτα στο “Παιχνίδι της Κότας”.
Ενώ ένα πολιτικό ατύχημα είναι δυνατό, το πιο πιθανό σενάριο είναι ότι η κυβέρνηση και το Κογκρέσο θα συμφωνήσουν σε μία αύξηση του ανώτατου ορίου του χρέους πριν η κυβέρνηση εξαντλήσει τις πρακτικές ευέλικτης χρηματοδότησης στα τέλη Σεπτεμβρίου ή στις αρχές Οκτωβρίου. Και αυτό θα συμβεί για έναν απλό λόγο.
Όταν η κατάσταση γίνει πραγματικά πιεστική, κανένα πολιτικό κόμμα δεν θα επιθυμεί να συνδέσει το όνομά του με μια πολύ ντροπιαστική υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ, μια άνευ προηγουμένου τεχνική χρεοκοπία της εκδότριας του παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος και ένα εξαιρετικά αντιδημοφιλές shutdown της κυβέρνησης. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, το οποίο κατέχει την πλειοψηφία και στα δύο σώματα του Κογκρέσου, και δεν έχει ακόμη ανακάμψει από την αποτυχία να ανταποκριθεί στη συχνά επαναλαμβανόμενη υπόσχεση να καταργήσει και να αντικαταστήσει το Obamacare.
Ωστόσο, το πώς θα εξελιχθεί πολιτικά η κατάσταση δεν είναι καθόλου σαφές για την οικονομία και τις αγορές. Υπάρχει ένας σημαντικός κίνδυνος οι κλιμακούμενες εντάσεις σχετικά με το ανώτατο όριο του χρέους να αποτελέσουν κάτι περισσότερο από έναν ακόμη βραχυπρόθεσμο περισπασμό για τους πολιτικούς, οι οποίοι έχουν ήδη μείνει πίσω στην εφαρμογή οικονομικών μέτρων υπέρ της ανάπτυξης. Αντ’ αυτού, το γυαλί που έχει ραγίσει θα μπορούσε να καταλήξει να παρεμποδίσει μια μεταγενέστερη συμφωνία σχετικά με τα στοιχεία της φορολογικής μεταρρύθμισης, όπου η λίστα των νικητών και ηττημένων μπορεί να αποδειχτεί διαχρονικά διχαστική εάν η διαδικασία δεν διαχειριστεί σωστά. Όσον αφορά τις υποδομές, όπου υπάρχει περισσότερη συμφωνία επί της αρχής, οι πολιτικοί των δύο πλευρών ενδέχεται να μην επιθυμούν να συνεργαστούν πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές του επόμενου έτους. Και να θυμάστε ότι αυτά τα μέτρα θα είναι το θεμέλιο μιας πολύ αναγκαίας και ευρύτερης αναθεώρησης της πολιτικής που αποσκοπεί στην ενίσχυση της πραγματικής ανάπτυξης, ενώ θα παρεμποδίζει και τις μακροπρόθεσμες διαρθρωτικές πιέσεις για τη δυνητική ανάπτυξη.