Στην προσπάθειά του να εντυπωσιάσει την Άνγκελα Μέρκελ, ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον χρησιμοποίησε υψηλού κύρους προσκλήσεις για ομιλία στη Βουλή, κουτιά με την αγαπημένη της βρετανική τηλεοπτική σειρά, ακόμη και μια πρόσκληση να περάσει τα 49α γενέθλιά του μαζί του.
Ως κεντρικός μοχλός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η γερμανίδα καγκελάριος θεωρούταν ως το κλειδί για την επίτευξη των υποχωρήσεων για τη μετανάστευση που χρειαζόταν ο Κάμερον για να πείσει τους ψηφοφόρους να κρατήσουν το Ηνωμένο Βασίλειο στην ένωση. Όμως εκείνη αρνήθηκε και η Βρετανία ψήφισε το Brexit.
Το θανάσιμο λάθος του Κάμερον ήταν να υποθέσει πως η Μέρκελ μπορούσε να πειστεί να βάλει την οικονομία πάνω από την πολιτική. Τώρα με τις διαπραγματεύσεις του Brexit να παραμονεύουν, υπάρχουν ενδείξεις πως η διάδοχός του Τερέζα Μέι κάνει το ίδιο λάθος, με δύο συμβούλους της να λένε πως είναι σίγουροι πως η καγκελάριος μπορεί να πειστεί να βοηθήσει το Ηνωμένο Βασίλειο να πάρει τον έλεγχο της μετανάστευσης, διατηρώντας παράλληλα ευνοϊκές εμπορικές συνθήκες με την ήπειρο.
Αυτό μπορεί να αποδειχθεί ευχολόγια. Οι προειδοποιήσεις των βρετανών διπλωματών στο Βερολίνο πως η Μέρκελ το εννοεί όταν λέει δημόσια πως θα βάλει σε προτεραιότητα τη σταθερότητα της ΕΕ, πάνω από την εξασφάλιση των ελεύθερων συναλλαγών με το Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν ως τώρα αγνοηθεί. Προηγούμενες αποφάσεις για τη διάσωση της Ελλάδας και την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία αποδεικνύουν την πολιτική αποφασιστικότητα της Μέρκελ.
Οι βοηθοί του Κάμερον έλεγαν από το δημοψήφισμα του Ιουνίου πως είχαν βασιστεί υπερβολικά στη Μέρκελ, μόνο και μόνο για να διαψεύσει τις ελπίδες να τους βοηθήσει να προωθήσουν τη μεταρρύθμιση της ΕΕ. Αντί αυτού, απέρριψε το έκτακτο φρέον στη μετανάστευση μέσα στην ΕΕ και αρνήθηκε να συμμετάσχει στην προσπάθεια του Κάμερον να εμποδίσει το 2014 την ανάδειξη του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ σε πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κομισιόν.
«Υπάρχουν ακόμη κάποιες πλάνες στο Λονδίνο για τον ρόλο που θα παίξει η Γερμανία και η Μέρκελ στις διαπραγματεύσεις του Brexit» είπε ο Χόλγκερ Σμίντινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank. «Το πολιτικό ενδιαφέρον της Μέρκελ να κρατήσει τους 27 της ΕΕ ενωμένους ξεπερνά το οποιοδήποτε συμφέρον έχει η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία ή οποιοσδήποτε άλλος τομέας στη βρετανική αγορά. Τα πολιτικά συμφέροντα είναι ξεκάθαρα σε προτεραιότητα.»
Ο υπουργός Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ λειτουργεί ως ο κύριος απεσταλμένος της Μέι στο Βερολίνο, έχοντας συναντήσει τον υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δύο φορές τον Ιανουάριο, πρώτα στο Βερολίνο και στη συνέχεια στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετίας. Ο υπουργός Διεθνούς Εμπορίου Γκρεγκ Χαντς έχει ταξιδέψει αρκετές φορές στη Γερμανία και οι διπλωμάτες του Ηνωμένου Βασιλείου προσπαθούν να φέρουν κοντά τον Σόιμπλε και τον υπουργό Brexit Ντέιβιντ Ντέιβις μόλις ξεκινήσουν οι συζητήσεις για τον χωρισμό.
Από επιχειρηματική άποψη, η ομάδα της Μέι βλέπει τη Μέρκελ ως φυσικό σύμμαχο. Οι δασμοί θα χτυπούσαν περισσότερο τον μακροπρόθεσμο οικονομικό κινητήρα της Ευρώπης, καθώς η Γερμανία εξάγει περίπου το διπλάσιο προς τη Βρετανία από όσα εισάγει. Η ελπίδα είναι πως εάν το Ηνωμένο Βασίλειο υποχωρήσει από τη σκληρή του στάση για τη μετανάστευση, η Γερμανία θα ανταποδώσει με πρόσβαση στην αγορά.
Η Μέρκελ γνωρίζει επίσης πως εάν εξευτελίσει το Ηνωμένο Βασίλειο στις διαπραγματεύσεις, μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητες στροφής της Μέι προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει επανειλημμένα ενοχλήσει τους ηγέτες της ΕΕ επικροτώντας το Brexit και προβλέποντας πως η ένωση θα χάσει και άλλα μέλη.
Ωστόσο, η Μέρκελ έχει πει επανειλημμένα πως το Ηνωμένο Βασίλειο δε θα μπορεί να διαλέξει τα πλεονεκτήματα της συμμετοχής στην ΕΕ χωρίς να δεχτεί ευθύνες, κάτι που σημαίνει πως η Μέι δε θα καταφέρει να περιορίσει τις εργατικές ροές και ταυτόχρονα να διατηρήσει τις ελεύθερες συναλλαγές με την Ευρώπη.
«Το άλφα και το ωμέγα είναι η Ευρώπη να μην επιτρέψει να διχαστεί, και θα το εξασφαλίσουμε αυτό» είπε η Μέρκελ τον Ιανουάριο.
Ένας παραλληλισμός μπορεί να γίνει από την απόφαση της Μέρκελ να διατηρήσει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, παρ’ ότι αυτό είχε τίμημα στη βιομηχανία και την επιχειρηματική εμπιστοσύνη. Η αντιμετώπιση της Ελλάδας, με την επιβολή λιτότητας σε αντάλλαγμα για περισσότερη βοήθεια, έδειξε την απόλυτη δέσμευση για την ενότητα της ΕΕ και έναν βαθμό αδιαλλαξίας.
Υπάρχουν αρκετές άλλες ενδείξεις πως η Γερμανία θα κρατήσει την απόστασή της. Έχει ειπωθεί στους επιχειρηματικούς ηγέτες της χώρας να μην ενδώσουν στα βραχυπρόθεσμα επιχειρηματικά συμφέροντα, ενώ ο επικεφαλής του γερμανοβρετανικού Επιμελητηρίου Βιομηχανίας και Εμπορίου είπε τον προηγούμενο μήνα πως η Μέρκελ πάντα θα βάζει τις αρχές της ΕΕ πάνω από τα συμφέροντα εξαγωγέων όπως η Volkswagen.
Το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας με το Ηνωμένο Βασίλειο φτάνει περίπου το 1% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης, και «αν το 1% του γερμανικού ΑΕΠ αναπτυχθεί λίγο λιγότερο ή λίγο περισσότερο, δεν έχει μεγάλη σημασία για τη γερμανική οικονομία» είπε ο Ούλριχ Χοπ, γενικός διευθυντής της εμπορικής ομοσπονδίας.
«Η ιδέα πως η Γερμανία από επιχειρηματική άποψη θα είναι ιδιαίτερα ευέλικτη προς το Ηνωμένο Βασίλειο στις διαπραγματεύσεις του Brexit είναι φαντασίωση» είπε.
Προς το παρόν, και η Μέρκελ έχει κρατήσει τη Μέι σε απόσταση.
Όταν η Μέι βρέθηκε στο Βερολίνο μία εβδομάδα αφού έγινε πρωθυπουργός, της είπαν πως δε θα υπάρξουν προ-διαπραγματεύσεις, «ούτε επίσημα ούτε ανεπίσημα». Μια συνάντηση στη Μάλτα νωρίτερα αυτόν τον μήνα υποβιβάστηκε από τη Γερμανία σε ένα δεκάλεπτο δημόσιο περίπατο στον καθεδρικό του Αγίου Ιωάννη στη μεσαιωνική πρωτεύουσα της Βαλέτα.
Η Μέι θα πρέπει να «κατανοήσει πως οι κόκκινες γραμμές της ΕΕ είναι πραγματικά κόκκινες γραμμές» είπε ο Ρούπερτ Χάρισον, πρώην βοηθός του προκατόχου του Χάμοντ, Τζορτζ Όσμπορν, και τώρα επικεφαλής μακροοικονομικής στρατηγικής στη BlackRock Inc. «Αυτή δεν είναι μια διαπραγματευτική θέση, είναι η αλήθεια, και το Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να το καταλάβει αυτό.»