Με τις συνομιλίες σχετικά με την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση να είναι επιτέλους έτοιμες να ξεκινήσουν, ένα διαδικαστικό θέμα δεσπόζει: Οι διαπραγματεύσεις για τρία μεγάλα θέματα -τους όρους της εξόδου, τις μεταβατικές ρυθμίσεις και το μέλλον μίας ολοκληρωμένης εταιρικής σχέσης μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Ε.Ε.- θα εξελίσσονται παράλληλα ή θα διεξαχθούν σε τελείως διαφορετικά στάδια;
Οι διαφωνίες για αυτήν τη φαινομενική ασήμαντη λεπτομέρεια θα μπορούσαν να βυθίσουν ολόκληρη την προσπάθεια.
Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει πολλά περισσότερα να χάσει σε αυτές τις διαπραγματεύσεις απ’ ότι η Ε.Ε., αλλά αν οι συνομιλίες διαχωριστούν δεν θα προωθηθούν τα συμφέροντα καμίας πλευράς. Ως εκ τούτου η κατανόηση του πώς θα πρέπει να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις είναι απαραίτητη εξ αρχής – και η φόρμουλα που προτάθηκε την προηγούμενη εβδομάδα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προσφέρει λόγους για αισιοδοξία.
Σε πρώτη φάση η Ε.Ε. ενδιαφέρεται η Βρετανία να ρυθμίσει τις υποχρεώσεις της και τα τηρήσει τις άλλες δεσμεύσεις της προς την Ε.Ε. όταν αποχωρήσει. Το Ηνωμένο Βασίλειο θέλει αυτή η συζήτηση να γίνει παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις για τις μελλοντικές ρυθμίσεις, έτσι ώστε οι παραχωρήσεις σε ένα πεδίο να μπορούν να ανταλλαχθούν με παραχωρήσεις σε ένα άλλο.
Το πρόβλημα είναι ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει ένα “λογαριασμό” εξόδου ύψους έως και 60 δισ. ευρώ (για την κάλυψη προγραμματισμένων επενδύσεων, για τις συντάξεις του προσωπικού της Ε.Ε. και άλλες δαπάνες), ένα ποσό που ένας Βρετανός υπουργός χαρακτήρισε παράλογο. Αν η Ε.Ε. παρουσιάσει αυτούς τους όρους στη βάση “take-it-or-leave-it” και η βρετανική κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να τους δικαιολογήσει στους πολίτες της, οι συνομιλίες θα μπορούσαν να ναυαγήσουν σχεδόν πριν καν αρχίσουν.
Την προηγούμενη εβδομάδα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το θεσμικό όργανο που εκπροσωπεί τις κυβερνήσεις της Ε.Ε., εξέδωσε ένα προσχέδιο κατευθυντήριων γραμμών για τις διαπραγματεύσεις. Η συνολική στάση είναι σταθερή αλλά δίκαιη -και στο θέμα της αλληλουχίας, το Συμβούλιο δεν αποκλείει έναν συμβιβασμό. Περιγράφοντας την πρώτη φάση των συνομιλιών, οι κατευθυντήριες γραμμές αναφέρουν ότι το Συμβούλιο θα “καθορίσει το πότε θα έχει επιτευχθεί επαρκής πρόοδος η οποία θα επιτρέψει στις διαπραγματεύσεις να προχωρήσουν στην επόμενη φάση”.
Μία καλή επιλογή λέξεων. Η “επαρκής πρόοδος”, είναι επαρκώς ασαφής για να επιτρέψει στις διαπραγματεύσεις να κινηθούν σε άλλα ζητήματα πριν οι όροι της αποχώρησης υπογραφούν και σφραγιστούν. Όσο μεγαλύτερη είναι η δυνατότητα για συμβιβασμό σε όλο το φάσμα των θεμάτων, τόσο καλύτερες είναι οι προοπτικές για ένα επιτυχημένο, αμοιβαία επωφελές αποτέλεσμα. Οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. θα πρέπει να αντισταθούν στον πειρασμό να σκληρύνουν αυτήν τη διατύπωση της “επαρκούς προόδου” καθώς τα πράγματα κινούνται προς τα εμπρός.
Η αποδέσμευση της Βρετανίας από την υπόλοιπη Ευρώπη είναι πιθανόν να είναι μία από τις πιο δύσκολες και περίπλοκες διεθνείς διαπραγματεύσεις που έχουν διεξαχθεί ποτέ. Οι πιθανότητες αυτό να έχει καλή κατάληξη, ιδίως για το Ηνωμένο Βασίλειο, είναι λιγοστές. Αλλά αν οι Ευρωπαίοι ηγέτες υιοθετήσουν αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές, θα αξίζουν κάποια εύσημα που επέλεξαν να μην ακρωτηριάσουν εξαρχής τις συνομιλίες.